Η Βασίλισσα Όλγα έφτασε στην Ελλάδα στις 11 Νοεμβρίου του 1867. Γνωρίζοντας τις αυξημένες ανάγκες του Ελληνικού λαού οι Έλληνες Βασιλείς ζητούν να μην γίνει η οποιαδήποτε δαπάνη για τον εορτασμό της άφιξης της Βασίλισσας. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Βασιλεύς Γεώργιος σε σχετικό τηλεγράφημά του «... Ήθελεν είσθαι λίαν ευχάριστον εις ημάς, αν το προς το σκοπόν τούτο αφιερωθέν ποσόν ελάμβανεν έτερον προσδιορισμόν, σύμφωνον προς τας μεγάλας δυστυχίας, τας οποίας οφείλομεν να ανακουφίσωμεν...».
Πράγματι εκείνη την περίοδο η Ελλάδα αντιμετώπιζε μεγάλες «δυστυχίες». Ήταν ένα νεοσυσταθέν κράτος το οποίο στερούνταν βασικών υποδομών και που στο εσωτερικό του αντιμετώπιζε σοβαρά κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα. Η Βασίλισσα γνώριζε ότι από την αρχή της Βασιλείας της θα έπρεπε να αφιερώσει όλες της, τις δυνάμεις ώστε να βοηθήσει τον Ελληνικό λαό, πράγμα το οποίο έκανε μέχρι το τέλος της ζωής της.
Από την πρώτη στιγμή άρχισε να επιτελεί σπουδαίο και αναγκαίο έργο. Κύριο μέλημα της νεαρής Βασίλισσας ήταν η ανακούφιση των συνανθρώπων της, η καλλιέργεια της εθνικής συνείδησης, η ανάδειξη του ρόλου των γυναικών στην ελληνική κοινωνία καθώς και η ενδυνάμωση της ορθοδοξίας. Η παρουσία της και η συνεισφορά της στις δύσκολες ώρες που κλήθηκε να περάσει ο Ελληνικός λαός (Ελληνοτουρκικός Πόλεμος, Βαλκανικοί Πόλεμοι) ήταν συνεχής και ανεκτίμητη.
Η καθημερινή της ασχολία ήταν οι φιλανθρωπικές τις δραστηριότητες, τις οποίες χρηματοδοτούσε, ως επί το πλείστον, από δικά της κεφάλαια. Όπως αναφέρει η προσωπική της γραμματέας Ιουλία Καρόλου από τα 6.000 ρούβλια τα οποία ελάμβανε μηνιαίως ως προίκα από τη Βασιλική Οικογένεια της Ρωσίας τα 4.000 προορίζονταν για το κοινωφελές της έργο ενώ τα υπόλοιπα 2.000 προορίζονταν για την κάλυψη των προσωπικών της εξόδων (πληρωμές προσωπικού κτλ). Όπως εξομολογείται η γραμματέας της από αυτό το ποσό των 2.000 ρουβλίων καλύπτονταν και οι ανώνυμες φιλανθρωπίες της Βασίλισσας σε όποιον ζητούσε τη βοήθειά της.
Το έργο της Βασίλισσας Όλγας, η σεμνότητά της καθώς και η πίστη της, την κατέστησαν ιδιαίτερα λαοφιλή.
Στο αφιέρωμα που ακολουθεί θα παρουσιαστεί συνοπτικά το βασικότερο τμήμα του πολύπλευρου έργου της πρώτης Βασίλισσας των Ελλήνων.
Σήμερα η οργάνωση ονομάζεται "Σύλλογος Εκπ/σεως Νεανίδων" |
Στις 27 Απριλίου του 1872 η Βασίλισσα Όλγα θέτει υπό την προστασία της το «Σύλλογο Κυριών υπέρ Γυναικείας Παιδεύσεως» τον οποίο συνδράμει οικονομικά.
Ο εν λόγω σύλλογος αποσκοπούσε στην τέλεση φιλανθρωπικών και κοινωφελών έργων καθώς και στη μόρφωση των Νοσοκόμων Αδελφών. Οι δυσκολίες που έπρεπε να αντιμετωπιστούν ήταν πολύ μεγάλες τόσο σε οικονομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, καθώς οι στερεότυπες απόψεις της εποχής θεωρούσαν ανήκουστο μία γυναίκα αφενός να εργάζεται και αφετέρου να ασχολείται με την περιποίηση ανδρών.
Θέτοντας υπό την προστασία της τον σύλλογο η Βασίλισσα «ανάγκασε» την αριστοκρατική τάξη της Ελλάδος καθώς και τους εύπορους Έλληνες του εξωτερικού να βοηθήσουν στο έργο του και επικοινώνησε τον σκοπό του στον κόσμο άροντας τις προκαταλήψεις και τις επιφυλάξεις που επικρατούσαν.
Ενδεικτικά πριν την υιοθέτηση του από τη Βασίλισσα ο Σύλλογος είχε στο ταμείο του 250 δραχμές ενώ μετά από έξι μήνες το κεφάλαιο του Συλλόγου ανήλθε στις 150.000 χιλιάδες χρυσές δραχμές.
ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΑΠΟΡΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Μία από τις πρώτες ενέργειες της Βασίλισσας, εντός των πλαισίων του «Συλλόγου Κυριών» ήταν η ίδρυση του εργαστηρίου των απόρων γυναικών. Σε αυτό το εργαστήριο οι άπορες γυναίκες εργαζόντουσαν και εκπαιδευόντουσαν στην υφαντική. Στόχος της Βασίλισσας ήταν η παγίωση του ρόλου της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία αλλά και η δημιουργία μίας ελληνικής έστω και πρώιμης παραγωγής αγαθών (το εργαστήριο εφοδιαζόταν αποκλειστικά με ελληνικές πρώτες ύλες ύστερα από ρητή εντολή της Βασίλισσας). Τα εγκαίνια του εργαστηρίου πραγματοποιήθηκαν από τη Βασίλισσα Όλγα και το φόρεμα το οποίο επέλεξε για την τελετή ήταν φτιαγμένο από τις νεαρές υφάντριες του εργαστηρίου.
Τα περισσότερα ρούχα της Βασίλισσας προέρχονταν από το συγκεκριμένο εργαστήριο αλλά και από το αντίστοιχο των γυναικείων φυλακών. Η Βασίλισσα πάντα επιδίωκε να ενδυναμώσει την εγχώρια παραγωγή. Όνειρό της ήταν να καταστήσει την Ελλάδα αυτάρκη και προωθούσε με μεγάλη υπερηφάνεια οτιδήποτε δημιουργούνταν από Ελληνικά χέρια. Όπως έλεγε και η ίδια «Θέλω να γίνη η Ελλάς επαρκούσα εις εαυτήν και όχι να κουβαλούν όλα απ' έξω».
Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ
Το ΦΕΚ ιδρύσεως του Ευαγγελισμού |
Κατά την λειτουργία του «Παιδευτηρίου» διαπιστώθηκε η ανάγκη της δημιουργίας ενός νοσοκομειακού κέντρου στο οποίο οι Αδελφές Νοσοκόμες θα μπορούσαν αφενός να καταρτιστούν αρτιότερα και αφετέρου να παρέχουν άμεσα την βοήθειά τους στους κατοίκους της Αθήνας.
Τον Απρίλιο του 1876 συγκροτείται επιτροπή της οποίας ηγούνταν ο τότε Μητροπολίτης Αθηνών Προκόπιος ο οποίος σε συνεργασία με τη Βασίλισσα Όλγα προσπαθεί να μαζέψει τους απαραίτητους πόρους για την δημιουργία και την εύρυθμη λειτουργία του θεραπευτηρίου. Βασική θεωρείται η προσφορά της «Ιεράς Μονής Ασωμάτων ή Πετράκη» η οποία παραχώρησε το οικόπεδο στο οποίο ανεγέρθηκε το θεραπευτήριο.
Το 1881 εκδίδεται βασιλικό διάταγμα το οποίο εγκρίνει την ίδρυση του θεραπευτηρίου ως φιλανθρωπικό ίδρυμα με το όνομα «Ευαγγελισμός» και το οποίο θέτει το θεραπευτήριο υπό την προστασία της Βασίλισσας Όλγας. Στις 25 Μαρτίου του ίδιου έτους ο Βασιλέας Γεώργιος Α' σε μία σεμνή τελετή έθεσε το θεμέλιο λίθο για την ανέγερση του Θεραπευτηρίου.
Στις 25 Μαρτίου του 1884 γίνονται τα επίσημα εγκαίνια του θεραπευτηρίου και στις 16 Απριλίου του 1884 ανοίγει για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο κοινό. Την πρώτη μέρα της λειτουργίας του θα δεχθεί και τον πρώτο του ασθενή, τον δεκάχρονο Γεώργιο Ζιζάκο, ο οποίος νοσηλεύεται για 17 ημέρες και θεραπεύεται.
Σπουδαία ήταν η συμβολή του θεραπευτηρίου στις ολοένα αυξανόμενες ανάγκες για περίθαλψη και παροχή ιατρικής βοήθειας στους κατοίκους του λεκανοπεδίου καθώς και στην περίθαλψη των τραυματιών του Ελληνοτουρκικού πολέμου και των Βαλκανικών πολέμων που ακολούθησαν.
Το νοσοκομείο Ευαγγελισμός το 1934 |
Η Βασίλισσα Όλγα ασχολείται ενεργά και επιβλέπει όλες τις εργασίες του θεραπευτηρίου. Όπως αναφέρει ενδεικτικά σε μία από της επιστολές του ο τότε Άγγλος Πρέσβης στην Ελλάδα Σερ Οράτιος Ρούμπολτ, μεγάλη εντύπωση του προξένησε το γεγονός « ... ότι δεν παρήρχετο σχεδόν ημέρα, χωρίς να επισκεφθή η Βασίλισσα τον «Ευαγγελισμόν...».
Ο Ευαγγελισμός ήταν μία από τις αγαθοεργίες που απασχόλησε περισσότερο την Βασίλισσα Όλγα, καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής της. Ασχολούνταν με το έργο του και αγωνιούσε για την εξέλιξη του. Όντας στην εξορία αλληλογραφεί συχνά με την γραμματέα της Ιουλία Καρόλου ώστε να ενημερωθεί για τα τεκταινόμενα του θεραπευτήριου καθώς και για χρόνιους ασθενείς τους οποίους λόγω των συχνών επισκέψεων της γνώριζε προσωπικά.
Για να τονίσει την σημασία του Ευαγγελισμού συμπεριέλαβε το Θεραπευτήριο στη διαθήκη της. Όπως όριζε η ίδια μετά το θάνατό της θα ήταν χρέος της κάθε Βασίλισσας της Ελλάδος να προστατέψει τη λειτουργία του Ευαγγελισμού και να φροντίσει ώστε να συνεχιστεί απρόσκοπτα το έργο του.
ΙΑΤΡΕΙΟ ΣΤΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΟΙΚΙΑ ΤΟΥ ΤΑΤΟΪΟΥ
Το ιατρείο στο Τατόι |
Έπειτα από την κατασκευή της κατοικίας των Βασιλέων στο Τατόι, η Βασίλισσα προχώρησε στη δημιουργία ενός μικρού ιατρείου σε ένα δωμάτιο το οποίο βρισκόταν επάνω από το υπασπιστήριο. Το μικρό αυτό ιατρείο προσέφερε τις πρώτες βοήθειες σε κατοίκους των κοντινών περιοχών και υπεύθυνος ήταν ο προσωπικός γιατρός της Βασίλισσας. Πολλές φορές η ίδια η Βασίλισσα εκτελούσε χρέη νοσοκόμας, απολυμαίνοντας και πλένοντας τις πληγές των χωρικών που προσέτρεχαν στο ιατρείο για βοήθεια.
Αφίσα του Ελλην. Ερυθρ. Σταυρού |
ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΕΡΥΘΡΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ
Στις 10 Ιουνίου 1877 η Βασίλισσα Όλγα ιδρύει τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό ο οποίος συνεχίζει απρόσκοπτα το σπουδαίο έργο του μέχρι και σήμερα. Από τη στιγμή της ίδρυσής του αναγνωρίσθηκε από τη Διεθνή Επιτροπή Ερυθρού Σταυρού και σήμερα αποτελεί μέρος της «οικογένειας» του Διεθνούς Κινήματος Ερυθρού Σταυρού και Ερυθράς Ημισελήνου. Στόχος του ήταν η αρωγή και η ανακούφιση των ασθενέστερων ομάδων και γενικότερα των αδύναμων ανθρώπων που έχουν ανάγκη.
Καίρια ήταν η συνδρομή του ΕΕΣ στις περιόδους των πολέμων που ακολούθησαν αλλά βασική θεωρείται και η συνεισφορά του στην αρωγή των προσφύγων της Μικράς Ασίας.
ΡΩΣΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΝΑΥΤΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑΣτα πλαίσια ενδυνάμωσης των σχέσεων Ελλάδας –Ρωσίας και στην προσπάθειά της να αναδείξει τα κοινά στοιχεία των δύο λαών η Βασίλισσα Όλγα αγοράζει «οικόπεδο μετά κτηρίου» στην περιοχή του Πειραιά το 1897 με προσωπικά της κεφάλαια καθώς και με οικονομική βοήθεια του Τσάρου ο οποίος ήταν εξάδελφός της. Το κτήριο ανακαινίζεται, διαμορφώνεται κατάλληλα και το 1902 εγκαινιάζεται το «Ρωσικό Νοσοκομείο Πειραιά» από την Ελληνική Βασιλική Οικογένεια. Εντός του νοσοκομείου ανοικοδομείται η εκκλησία της Αγία Όλγας προς τιμήν της Βασίλισσας.
Το νοσοκομείο σήμερα |
Ενδεικτικό των υπηρεσιών που προσέφερε το νοσοκομείο είναι ότι κατά το διάστημα 1902-1923 νοσηλεύτηκαν 5.399 ασθενείς και κατά το διάστημα 1902-1925 παρασχέθηκε ιατρική βοήθεια σε 924.091 ασθενείς. Στις 9 Νοεμβρίου του 1925 και ενώ η Ελληνική Βασιλική Οικογένεια βρίσκεται στην εξορία, εκδίδεται διάταγμα βάσει του οποίου το νοσοκομείο μετατρέπεται σε νοσοκομείο του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού το οποίο λειτουργεί κανονικά μέχρι και το 1981 όταν λόγω των ζημιών που προκλήθηκαν από σεισμό αναστέλλει την λειτουργία του. Το Νοσοκομείο του Ναυτικού επαναλειτουργεί το 2000 μετά από εργασίες για την αποκατάσταση των ζημιών.
ΦΙΛΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΘΗΝΩΝ– ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΥΠΟΤΡΟΦΙΩΝ
Η Βασίλισσα Όλγα έθεσε υπό την προστασία της την Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Αθηνών. Κύριο μέλημα της νεαρής Βασίλισσας ήταν να τονίσει τη σπουδαιότητα της εκπαίδευσης γενικότερα αλλά και να αναδείξει τη σημαντικότητα της γυναικείας προόδου. Πολλές φορές
παρακολουθούσε η ίδια τα μαθήματα στο Αρσάκειο το οποίο θεωρούσε φυτώριο του Ελληνισμού, αφού από εκεί προέρχονταν οι δασκάλες οι οποίες θα μεταλαμπάδευαν τα Ελληνικά και Χριστιανικά ιδανικά στη νέα γενιά. Με προσωπικά της έξοδα σπούδασαν πολλές άπορες μαθήτριες τόσο στο Αρσάκειο όσο και σε άλλα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια ανά την Ελλάδα.
Κατά την περίοδο της πρώτης αντιβασιλείας της παρατηρήθηκε το
φαινόμενο μαθήτριες του Χριστιανικού Δόγματος να φοιτούν και να
διαμένουν σε Καθολικά Μοναστήρια καθώς οι γονείς τους δεν
μπορούσαν να ανταπεξέλθουν του κόστους εκπαίδευσής τους. Το
θέμα απασχόλησε τον τύπο της εποχής καθώς βάσει των δημοσιευμάτων
οι Καθολικές Μοναχές προσπαθούσαν να προσηλυτίσουν τις νεαρές
μαθήτριες. Όταν η Βασίλισσα έλαβε γνώση των γεγονότων ζήτησε να
αποσυρθούν άμεσα οι Χριστιανοί μαθητές από τα Καθολικά Μοναστήρια και ανέλαβε πλήρως το κόστος της φοίτησής τους.
ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΒΡΕΦΟΚΟΜΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Η Ελλάδα στις αρχές του 19ου αιώνα καλείται να αντιμετωπίσει ένα ακόμα μεγάλο πρόβλημα.
Οι θανατηφόρες ασθένειες σε συνδυασμό με το χαμηλό βιοτικό και μορφωτικό επίπεδο του
κόσμου οδηγεί στην ύπαρξη πολλών ορφανών ή εγκαταλειμμένων παιδιών τα οποία
εφόσον κατάφερναν να επιβιώσουν περιφέρονταν απροστάτευτα στην πόλη των Αθηνών.
Αρχικά ο Δήμος Αθηναίων κατά την περίοδο από το 1839 έως το 1859 φρόντιζε ώστε τα εγκαταλελειμμένα βρέφη να μεταφέρονται σε φτωχές γυναίκες τις οποίες αποκαλούσαν «νοθοτρόφους», οι οποίες έναντι αμοιβής παρείχαν τροφή και στέγη στα βρέφη στα πρώτα χρόνια της ζωής τους. Η μέθοδος αυτή δεν βοήθησε ουσιαστικά την λύση του προβλήματος αφενός διότι τα περισσότερα βρέφη λόγω των κακουχιών δεν επιβίωναν και αφετέρου επειδή αυτά τα οποία κατάφερναν να επιβιώσουν κατέληγαν εκ νέου άστεγα δεδομένου ότι δεν υπήρχε μέριμνα για την περαιτέρω στήριξή τους μετά την πάροδο της βρεφικής τους ηλικίας.
Το 1859 ιδρύεται από το Δήμαρχο Αθηναίων το «Δημοτικό Βρεφοκομείο Αθηνών»
έχοντας ως στόχο την υποδοχή, την διατροφή και την ανατροφή των ορφανών και
εγκαταλειμμένων παιδιών. Αρχικά το Βρεφοκομείο δεν έχει σταθερή στέγη αλλά
φιλοξενείτε σε οικήματα τα οποία είχαν την καλοσύνη να παραχωρούν διάφοροι
ευεργέτες. Η διοίκηση του Ιδρύματος ασκείται από τετραμελή επιτροπή που ονομάζεται
«Αδελφάτο» το οποίο οριζόταν από τον Δήμο Αθηναίων ενώ Πρόεδρος του Αδελφάτου
ήταν ο Δήμαρχος Αθηναίων.
Το 1874 έπειτα από παρέμβαση της Βασίλισσας Όλγας και της μεγάλης δωρεάς του
ευεργέτη Ι. Κοντογιαννάκη (Πρόξενος της Ελλάδος στην Ρωσία) το Βρεφοκομείο
Αθηνών στεγάζεται σε δικό του κτίριο στη πλατεία Ελευθερίας (σημερινή Πλατεία
Κουμουνδούρου). Παράλληλα το Βρεφοκομείο τίθεται υπό την προστασία της Βασίλισσας
η οποία για να βοηθήσει αποτελεσματικά στο έργο και στην βιωσιμότητά του θεσπίζει μία
πενταμελή επιτροπή Κυριών η οποία συνεπικουρεί το «Αδελφάτο» στη διοίκηση του Βρεφοκομείου.
Η επιτροπή Κυριών διοριζόταν απευθείας από τη Βασίλισσα και ήταν υπεύθυνη για τον
ιματισμό των βρεφών για την επίβλεψη του προσωπικού αλλά κυρίως για την συλλογή
χρηματικών και υλικών δωρεών προς το βρεφοκομείο. Τα μέλη της επιτροπής είχαν την
ευθύνη της άμεσης ενημέρωσης της Βασίλισσας στην οποία έδιναν αναφορά για τις
δραστηριότητες τους.
Το κτίριο σήμερα
Στους δύσκολους οικονομικά καιρούς του Βρεφοκομείου το Αδελφάτο απευθυνόταν πάντα στην επιτροπή Κυριών η οποία πάντα ανταποκρινόταν θετικά. Ο Διευθυντής Ιατρός του Βρεφοκομείου ο
κος Α. Ζίννης από την πρώτη στιγμή της λειτουργίας είχε επισημάνει την ανάγκη λειτουργίας και ενός Θεραπευτηρίου το οποίο θα εξυπηρετούσε τα άρρωστα βρέφη. Είναι γεγονός ότι τα βρέφη αφήνονταν έξω από το βρεφοκομείο υποσιτισμένα, άρρωστα και τα περισσότερα τα οποία
ήταν μόλις λίγων ημερών δεν κατάφερναν να επιζήσουν.
Έπειτα από πολλές προσπάθειες και μετά από την έγκριση του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1878 εντός του Βρεφοκομείου λειτουργεί ειδικό τμήμα για την έρευνα των παιδικών νοσημάτων υπό του διεύθυνση του Ιατρού Α. Ζίννη στο οποίο συμμετέχουν φοιτητές τις ιατρικής οι οποίοι θέλουν να ειδικευθούν στην παιδιατρική. Το 1890-1891 πραγματοποιείται η ίδρυση του Θεραπευτηρίου σε κτήριο εκτός του Βρεφοκομείου. Το Θεραπευτήριο θεμελιώνεται από τη Βασίλισσα Όλγα και είναι το πρώτο Νοσοκομείο στην Ελλάδα που ειδικεύεται στην φροντίδα των παιδιών.
Μία ακόμα βασική έλλειψη του Βρεφοκομείου η οποία είχε επισημανθεί από τα
πρώτα έτη της λειτουργίας του ήταν η κατασκευή ενός Ιερού Ναού στον οποίο τα
εγκαταλελειμμένα βρέφη θα βαπτίζονταν. Το έργο αυτό θεωρούνταν σημαντικό διότι
λόγω της μεγάλης θνησιμότητας τα βρέφη έπρεπε να βαπτίζονται άμεσα μετά την παράδοσή
τους στο Βρεφοκομείο ώστε να σε περίπτωση θανάτου να είχαν λάβει το χριστιανικό χρίσμα.
Ενώ η κατασκευή του ναού είχε εγκριθεί προέκυψαν οικονομικά και διαδικαστικά προβλήματα
τα οποία άρθηκαν έπειτα από την παρέμβαση της Βασίλισσας, η οποία το 1892 θεμελίωσε
το Ιερό Ναό των Αγίων Αναργύρων.
Το έργο που επιτελέστηκε στο Βρεφοκομείο ήταν σπουδαίο και απαραίτητο για την εποχή.
Τα κτίσματα του Βρεφοκομείου και του Θεραπευτηρίου υπάρχουν ακόμα και σήμερα.
Το μεν κτίσμα του Βρεφοκομείου στεγάζει τη Δημοτική Πινακοθήκη των Αθηνών
ενώ στο χώρο του Θεραπευτηρίου στεγάζεται ο Παιδικός σταθμός του Δήμου Αθηναίων.
Η εκκλησία των Αγίων Αναργύρων υπάρχει ακόμα στην πλατεία Κουμουνδούρου.
ΜΕΡΙΜΝΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
Την περίοδο της ενθρόνισης της Βασίλισσας Όλγας, η Ελλάδα δεχόταν την άφιξη
εκατοντάδων προσφύγων από την Κρήτη, στην πλειοψηφία τους γυναίκες και
παιδιά, οι οποίο λόγω των αιματηρών συμπλοκών με τους Οθωμανούς αναζητούσαν
ασφαλές καταφύγιο στην Ελλάδα.
Στις 23 Νοεμβρίου 1867, δώδεκα μόλις ημέρες μετά την άφιξή της, η Βασίλισσα δέχεται την νεοσυσταθείσα «Ηπειροθεσσαλομακεδονική επιτροπή» η οποία ζητά την ηθική και οικονομική
αρωγή της ώστε να ανακουφιστούν οι πρόσφυγες της Κρήτης.
Η Βασίλισσα ανταποκρίνεται άμεσα θέτοντας την επιτροπή υπό την υψηλή της
προστασία και καταθέτοντας από το προσωπικό της κεφάλαιο το ποσό των 15.000 δρχ.
Το ίδιο έτος εκδίδεται διάγγελμα βάσει του οποίου επιβάλλεται έκτακτος δασμός στα
εισαγόμενα προϊόντα για την οικονομική ανακούφιση των προσφύγων της Κρήτης.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ήδη από την εποχή του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897, η Βασίλισσα Όλγα
επισκεπτόμενη τα νοσοκομεία για να συμπαρασταθεί στους τραυματίες συνειδητοποίησε
ότι οι περισσότεροι αγνοούσαν εντελώς τα περιεχόμενα του Ευαγγελίου, τα οποία η ίδια
χρησιμοποιούσε για να τους ενθαρρύνει.
Ο λόγος που οι περισσότεροι Έλληνες αγνοούσαν τα κείμενα της εκκλησίας ήταν επειδή
ήταν γραμμένα στην καθαρεύουσα και όχι στην καθομιλουμένη. Έτσι η Βασίλισσα Όλγα
αποφασίζει το 1898 να προβεί στην μετάφραση των κειμένων. Η μετάφραση έγινε από την
ιδιαιτέρα γραμματέα της Ιουλία Ν. Καρόλου και διορθώθηκε από τον καθηγητή της Ριζαρείου
Σχολής Φίλιππο Παπαδόπουλο.
Όταν η μετάφραση τελείωσε η Βασίλισσα Όλγα την έθεσε υπ'όψιν του τότε Μητροπολίτη Αθηνών Προκόπιου ο οποίος και ενέκρινε την έκδοσή της. Η κίνηση αυτή προκάλεσε μείζον θέμα στην Ιερά Σύνοδο η οποία θεώρησε ότι η δημοσίευση των Ευαγγελίων σε γλώσσα «δημώδη και τετριμμένη» θα
οδηγούσε στην υποτίμηση των ιερών κειμένων. Ακόμα υπήρχε ο φόβος ότι τα κείμενα της καθομιλουμένης θα αντικαθιστούσαν τα αρχικά κείμενα. Τελικά αποφασίσθηκε να
τυπωθεί η μετάφραση μόνο σε 1000 αντίτυπα με τίτλο: «Κείμενον και μετάφρασις του ιερού Ευαγγελίου προς αποκλειστικήν οικογενειακήν του ελληνικού λαού χρήσιν,
μερίμνη της Α.Μ. της βασιλίσσης των Ελλήνων Όλγας εκδιδόμενα» 1900 Εν Αθήναις: Τύποις Π.Δ. Σακελλαρίου, τα οποία διανέμονταν δωρεάν. Μέρος αυτών των μεταφράσεων διανέμεται στο Εφηβείον και στις γυναικείες φυλακές.
Την ίδια περίοδο η εφημερίδα Ακρόπολις προέβη σε δημοσίευση κειμένων του Ευαγγελίου στη «μαλλιαρή» γλώσσα όπως αποκαλούσαν την «αργκό» της εποχής (χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι η εφημερίδα αποκαλούσε το Μυστικό Δείπνο «κρυφό τσιμπούσι»). Αυτή η κίνηση οδήγησε στην αντίδραση του συνόλου της εκκλησίας και των φοιτητών της θεολογικής σχολής αλλά και στην αντίδραση της ίδιας της Βασίλισσας . Τις επόμενες ημέρες ξέσπασαν βίαιες συγκρούσεις μεταξύ των διαδηλωτών και του κράτους που οδήγησαν στην πτώση της κυβέρνησης. Αυτή η ταραγμένη περίοδος έμεινε γνωστή στην ιστορία ως «ΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΑ».
Λόγω του τεταμένου κλίματος η Βασίλισσα Όλγα διέκοψε την δημοσίευση αφού μέρος των
εξεγερμένων πολιτών στράφηκε και εναντίον αυτής της προσπάθειας. Έχοντας πλέον σταματήσει την έκδοση της μετάφρασης, η Βασίλισσα Όλγα έστελνε την προσωπική της γραμματέα κάθε Σάββατο στον Ευαγγελισμό ώστε να διαβάζει περικοπές του Ευαγγελίου και εν συνεχεία να εξηγεί το περιεχόμενό τους στους ασθενείς.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΧΕΙΡ ΒΟΗΘΕΙΑΣ»
Γνωρίζοντας πλέον ότι δεν δύναται να συνεχίσει τη δημοσίευση της μετάφρασης του
Ευαγγελίου, η Βασίλισσα Όλγα προχωρεί στην έκδοση μηνιαίου οκτασέλιδου περιοδικού
το οποίο η ίδια ονόμασε «Χειρ Βοηθείας». Το περιεχόμενο του αποτελούνταν από
μεταφρασμένες κυρίως αγγλικής προέλευσης ιστορίες με θρησκευτικό περιεχόμενο
αλλά και με μεταφρασμένα αποσπάσματα της Παλαιάς Διαθήκης. Το περιοδικό
διανέμονταν δωρεάν στου αρρώστους των νοσοκομείων αλλά και στους τροφίμους
των φυλακών. Παράλληλα δεχόταν συνδρομές κυρίως από εύπορες οικογένειες οι
οποίες έπειτα από προτροπή της Βασίλισσα έδιναν το περιοδικό και στο υπηρετικό τους προσωπικό.Το περιοδικό άρχισε να εκδίδεται στις 1 Μαρτίου του 1908 και συνέχισε την κυκλοφορία του μέχρι την 1η Μαρτίου του 1917.
Τα έσοδα των συνδρομών κάλυπταν το κόστος έκδοσής του και από το πλεόνασμα
αποπληρώνονταν τα δάνεια των ασθενών που αδυνατούσαν να εργασθούν και τα χρέη
των τροφίμων των φυλακών. Όπως αστειευόμενη έλεγε η Βασίλισσα στην γραμματέα της μέσω του περιοδικού «Τους προσφέρομεν εις δόσεις την θρησκευτικήν διδασκαλίαν».
Έπειτα από τη δολοφονία του Βασιλέως Γεωργίου Α', η Βασίλισσα δέχθηκε αίτημα του
δολοφόνου του Βασιλέως, του Αλέξανδρου Σχοινά, για ακρόαση. Η ίδια του διαμήνυσε μέσω
της γραμματέως της ότι τον συγχωρεί αλλά αρνήθηκε την συνάντηση και του απέστειλε
ένα εικόνισμα, το Ευαγγέλιο και αντίτυπα του εν λόγω περιοδικού, ώστε έστω και αργά να
μετανοήσει και να επανέλθει στο δρόμο του Θεού.
ΕΚΔΟΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΝΟΜΗ ΠΑΙΔΙΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ
Η Βασίλισσα Όλγα αγαπούσε ιδιαίτερα τα παιδιά. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν
βιβλία τα οποία να απευθύνονται στα παιδιά και να τα προετοιμάζουν ώστε μεγαλώνοντας
να υιοθετήσουν σωστές αξίες και ιδανικά. Για να καλύψει αυτό το κενό η Βασίλισσα προχώρησε
στην έκδοση παιδικών βιβλίων τα οποία κυκλοφόρησαν ως «βιβλιοθήκη» του περιοδικού
«Χειρ Βοηθείας» και τα οποία διανεμήθηκαν δωρεάν σε όλους τους δήμους και εν συνεχεία
προωθήθηκαν σε σχολεία και ορφανοτροφεία. Ιδιαίτερη μνεία έγινε από τη Βασίλισσα στην
κα Μπενάκη η οποία διένειμε τα παιδικά βιβλία σε ιδρύματα της Αιγύπτου.
ΘΕΜΕΛΙΩΣΗ ΝΑΩΝ - ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ
Λόγω της βαθειάς της πίστης στην Ορθοδοξία η Βασίλισσα Όλγα ήταν
ιδιαίτερα αγαπητή στο λαό. Θεωρώντας ότι μέσω της ορθοδοξίας οι Έλληνες
θα μπορούσαν να συνδεθούν περισσότερο με την ιστορία τους και την παράδοσή
τους θεμελιώνει πολλούς ναούς στην Αττική αλλά και σε ολόκληρη την Ελλάδα καθώς
και λαμβάνει υπό την προστασία της παλαιά βυζαντινά μνημεία.
Έλαβε υπό την προστασία της την εκκλησία της Αγίας Όλγας που στεγαζόταν στον Ευαγγελισμό
αλλά και την μικρή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου που βρίσκεται στο Λυκαβηττό. Η Βασίλισσα Όλγα δώρισε τη καμπάνα που έχει μέχρι και σήμερα το εκκλησάκι το
οποίο μέχρι να τεθεί υπό τη προστασία της Βασίλισσας ήταν ερειπωμένο.
Η Εκκλησία του Λυκαβητού
Ανέλαβε εξ ολοκλήρου την χρηματοδότηση για τον διάκοσμο και για την αποπεράτωση
των αναγκαίων εργασιών για την λειτουργία της εκκλησίας του Αγίου Κωνσταντίνου
(βρίσκεται πλησίον της Ομόνοιας) η οποία οικοδομήθηκε έπειτα από απόφαση του
κράτους για να τιμηθεί η γέννηση του Διαδόχου Κωνσταντίνου Α'.
Ο Άγιος Κωνσταντίνος στην Ομόνοια που
αυτήν την περίοδο αναστηλώνεται
Στα πλαίσια του εορτασμού της επετείου των 50 ετών από την έναρξη της επαναστάσεως
του 1821 και έπειτα από πρωτοβουλία της Βασίλισσας, μεταφέρθηκαν στον Μητροπολιτικό
Ναό Αθηνών από την Οδησσό της Ρωσίας τα οστά του μάρτυρα Πατριάρχη Γρηγορίου
του Ε' τα οποία φυλάσσονται εκεί μέχρι και σήμερα. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε' ήταν
ένας από τους πρώτους μάρτυρες της Ελληνικής Επαναστάσεως όταν αρνούμενος να
εγκαταλείψει το ποίμνιό του στην Κωνσταντινούπολη απαγχονίστηκε από τους Οθωμανούς.
Ο τάφος του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε' στη Μητρόπολη Αθηνών.
Το 1896 με δικούς της πόρους ανέλαβε την επιχρύσωση της εικόνα της Αγίας Μαύρας η
οποία βρίσκεται σήμερα στον ομώνυμο ναό στο Μαχαιράδο της Ζακύνθου.
Η εικόνα της Αγία Μαύρας στη Ζάκυνθο.
Το 1898 επισκευάζεται η ιστορική Μονή της Αγίας Λαύρας με δαπάνες της βασίλισσας
Όλγας. Η μονή στην οποία ξεκίνησε η επανάσταση του 1821 είχε πυρποληθεί το 1826
από τον Ιμπραήμ.
Η Μονή Αγίας Λαύρας στα Καλάβρυτα.
Μετά το τέλος του δεύτερου Βαλκανικού πολέμου η Βασίλισσα ανέλαβε την αποκατάσταση
των εκκλησιών από τα απελευθερωμένα εδάφη οι οποίες είχαν κατ' επανάληψη συληθεί. Με
δικούς της πόρους έφερε από τη Ρωσία όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό (δισκοπότηρα,
εξαπτέρυγα, μανουάλια κτλ) τα οποία διανεμήθηκαν στις εκκλησίες των απελευθερωμένων
περιοχών. Επιπλέον έπειτα από εντολή της οι εργάτριες του Εργαστηρίου αλλά και των
γυναικείων φυλακών ύφαναν το ύφασμα και έραψαν άμφια για τους κληρικούς.
ΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ
Η ίδρυση του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου ήταν αποτέλεσμα μακρόχρονης και κοπιαστικής προσπάθειας της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας, η οποία ολοκληρώθηκε στις 17 Νοεμβρίου του 1917.
Η Βασίλισσα Όλγα είχε ήδη αναλάβει υπό την προστασία της την Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία την οποία στήριζε ηθικά και οικονομικά. Η ίδια φέρεται να έχει συνδράμει τα ταξίδια που πραγματοποιούνταν ανά την Ελλάδα για τη συλλογή των Χριστιανικών κειμηλίων.
Χαρακτηριστικό της προσφοράς της Βασίλισσας Όλγας στην Εταιρεία, είναι η περιγραφή που δίδεται από την Γαλλική Εφημερίδα «Journal des Débats». Ακολουθεί μετάφραση του άρθρου από ελληνική εφημερίδα της εποχής:
...χθες κομισθείσα παρισινή «Εφημ. των Συζητήσεων» πλέκει τον πανηγυρικόν της ενταύθα λειτουργούσης «Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρίας» και του νεοσυστάτου Μουσείου αυτής. Την επίδοσιν της Εταιρίας ταύτης αποδίδει και εις την από εξαετίας αγαθοποιόν προστασίαν ην ασκεί επ' αυτής η βασίλισσα Όλγα χάρις εις την οποίαν η Εταιρία κατώρθωσε να υπερνικήση πλείστα όσα προσκόμματα, ιδία δε την κρατούσαν άγνοιαν, αδιαφορίαν και περιφρόνησιν κατά παντός αρχαίου αντικειμένου, μη ανήκοντος εις την κλασικήν εποχήν. Η «Εφημ. των Συζητήσεων» ευγλώττως περιγράφει την κατά της χριστιανικής τέχνης αδικαιολόγητον αδιαφορίαν των ειδικών περί την αρχαιολογίαν επιστημόνων, αναφέρει δε ως χαρακτηριστικόν αυτής το ότι ο μητροπολιτικός ναός των Αθηνών ωκοδομήθη το 1840 εκ των συντριμμάτων εβδομήκοντα βυζαντινών εκκλησιών κατεδαφισθεισών επί τούτω!...
ΑΡΩΓΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΣ ΟΛΓΑΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟ
Η Βασίλισσα Όλγα έτρεφε μεγάλη εκτίμηση και αγάπη για τον ελληνικό στρατό. Σεβόταν τις θυσίες και τις κακουχίες που πέρναγαν οι Έλληνες στρατιώτες και ένιωθε μεγάλη υπερηφάνεια για τις σπουδαίες νίκες τους κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων. Για τα «στρατιωτάκια της Ελλάδας μου» όπως η ίδια ονόμαζε τους έλληνες φαντάρους η Βασίλισσα μεριμνούσε καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής της.
Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων τόσο η ίδια η Βασίλισσα όσο και οι Πριγκίπισσες μετέβαιναν στις μαχόμενες μονάδες και μοίραζαν φανέλες, κάλτσες και κουβέρτες που είχαν φτιαχτεί από τις εργάτριες του Εργαστηρίου και από τις γυναίκες των φυλακών. Μεγάλη μέριμνα έδειχνε στους στρατιώτες οι οποίοι τραυματισμένοι διακομίζονταν στα νοσοκομεία που η ίδια είχε ιδρύσει. Φρόντιζε τα τραύματά τους, προσπαθούσε να ανακουφίσει τον πόνο τους και βοηθούσε οικονομικά και ηθικά τις οικογένειές τους.
ΒΟΗΘΗΤΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΟΛΓΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΟ ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟΥ 1897
Κατά τη διάρκεια του ατυχή πολέμου του 1897 η ανάγκη για την περίθαλψη των τραυματιών γίνεται επιτακτική. Προκειμένου να συνδράμει το έργο των θεραπευτηρίων η Βασίλισσα Όλγα εγκαθιστά στην οικία του Αλέξανδρου Μαύρου βοηθητικό «πολεμικό νοσοκομείο». Στο «Βοηθητικό Πολεμικό Νοσοκομείο» εργάζεται τόσο η Βασίλισσα όσο και η θυγατέρα της Πριγκίπισσα Μαρία. Έπειτα από έκκληση της Βασίλισσας, το έργο του «πολεμικού νοσοκομείου» συνδράμουν κυρίες της Αθηναϊκής κοινωνίας.
ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ
Βασική συνεισφορά της Βασίλισσας θεωρείται η δημιουργία στρατιωτικού νεκροταφείου δίπλα από το Α' Νεκροταφείο Αθηνών. Η ίδια αιτήθηκε το οικόπεδο από το δήμο και με δικά της έξοδα κατασκευάστηκε μεγάλος μαρμάρινος σταυρός στην είσοδο του κοιμητηρίου, ο οποίος έπειτα από επιθυμία της έγραφε «Έσο πιστός μέχρι θανάτου και δώσω Σοι τον στέφανον της Ζωής».
Το Στρατιωτικό Νεκροταφείο Αθηνών
Ακόμα σε κάθε στρατιώτη ο οποίος έχανε τη ζωή του αναλάμβανε τη δαπάνη για τη δημιουργία μαρμάρινου σταυρού με το όνομα του «για να ευρίσκη η μανούλα του τον τάφον του παιδιού της, άμα έλθη από το χωριό!» όπως έλεγε . Όντας και η ίδια μητέρα με τα παιδιά της να βρίσκονται στο πόλεμο γνώριζε ότι έστω και με αυτό τον τρόπο θα προσέφερε κάποια ανακούφιση στους γονείς των χαμένων στρατιωτών.
ΔΙΑΣΩΣΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΩΝ ΕΠΑΡΧΙΩΝ
Κούκλες από την συλλογή της Βασίλισσας Όλγας
Μετά την απελευθέρωση των Ελλήνων από τους Τούρκους το ευρωπαϊκό ένδυμα τείνει να αντικαταστήσει τις ελληνικές παραδοσιακές φορεσιές. Η Βασίλισσα Όλγα στα ταξίδια της στην επαρχία παρατηρεί, όπως αναφέρει η γραμματέας της Ιουλία Καρόλου, ότι οι άνθρωποι αρχίζουν να υιοθετούν «...γελοία εξαρτήματα τού ευρωπαϊκού συρμού τής εποχής καί καταστρέφουσαι ούτω τήν γραφικότητα τών εθνικών τοπικών ενδυμασιών...». Θέλοντας να «διασώσει» τις τοπικές ενδυμασίες, σε ταξίδι της, η Βασίλισσα φέρνει από το Λονδίνο (1912 -1913) 42 πορσελάνινες κούκλες τις οποίες και αποστέλλει στους κατά τόπους δημάρχους της Ελλάδας. Θερμή παράκληση της Βασίλισσας είναι οι κούκλες αυτές να ντυθούν ανά ζεύγος με τις παραδοσιακές τοπικές φορεσιές (καθημερινές, νυφικές κτλ)
Όταν το 1914 ξεσπά ο Α' Παγκόσμιος πόλεμος η Βασίλισσα Όλγα βρίσκεται «εγκλωβισμένη» λόγω του πολέμου στην Ρωσία. Σε μία από τις επιστολές της ζητά από την Ιουλία Καρόλου να δωρίσει εκ μέρους της τις κούκλες αυτές στο Λύκειο των Ελληνίδων το οποίο ήταν γνωστό για την προσφορά του στη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Όπως αναφέρει στο βιβλίο της η γραμματέας της μέχρι και το τέλος της ζωής της η Βασίλισσα την ρώταγε για τις κούκλες που είχε δωρίσει. Όπως παραθέτει σε κάποιο απόσπασμα την ρώταγε: «Τι κάνουν αι Ελληνίδες κούκλαι μου; Δεν πιστεύω να άφηκαν εις το Λύκειον να τας φάγη ο σκόρος!»
Σήμερα σώζονται 23 από τις κούκλες οι οποίες εκτίθενται στο Μουσείο Ιστορίας της Ελληνικής Ενδυμασίας.
ΕΦΗΒΕΙΟΝ ΑΒΕΡΩΦ
Ένας ακόμα τομέας ο οποίος αντιμετώπιζε μεγάλα προβλήματα ήταν αυτός της στέγασης και του σωφρονισμού των κρατουμένων, υπήρχαν προβλήματα τόσο στις συνθήκες κράτησης όσο και στην έλλειψη διαχωρισμού τους βάσει των αδικημάτων τους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα βαρυποινίτες που είχαν τελέσει φοβερά αδικήματα να κρατούνται στο ίδιο χώρο με τους ανήλικους παραβάτες.
Θέλοντας η Βασίλισσα να προστατεύσει τους ανήλικους κρατουμένους αλλά και να τους δώσει όλες τις δυνατές ευκαιρίες για την ομαλή επανένταξή τους ιδρύει το 1891 την «Εν Χριστώ Αδελφότητα». Στόχος της Αδελφότητας ήταν η εξεύρεση πόρων για την ανοικοδόμηση ενός ξεχωριστού χώρου στον οποίο θα κρατούνται οι ανήλικοι παραβάτες, η προστασία τους και η αναμόρφωσή τους.
Το 1892 στα πλαίσια εορτασμού του Αργυρού Ιωβηλαίου των γάμων των Βασιλέων, ο Γεώργιος Αβέρωφ έπειτα από επιθυμία της Βασίλισσας Όλγας, προσφέρει ως δώρο προς το ζευγάρι 375.000 δραχμές τις οποίες καταθέτει στην Αδελφότητα ώστε να μπορέσει να οικοδομηθεί το «Εφηβείον».
Το 1896 αποπερατώνονται οι εργασίες του «Εφηβείου» το οποίο έλαβε το όνομα του Αβέρωφ και παραδίδεται από την Αδελφότητα στο Ελληνικό Κράτος.Εντός του «Εφηβείου Αβέρωφ» λειτουργούν χώροι επιμόρφωσης ώστε οι ανήλικοι παραβάτες να μάθουν κάποια τέχνη καθώς και χώροι άθλησης.
Για να λυθεί το πρόβλημα που δημιουργούνταν όταν οι τρόφιμοι του «Εφηβείου» ενηλικιώνονταν αλλά είχαν ακόμα να εκτίσουν κάποιο υπόλοιπο της ποινής τους, η Βασίλισσα Όλγα δίνει εντολή για την ανοικοδόμηση νέου κτιρίου. Το κτίριο αυτό οικοδομείται πίσω από το «Εφηβείον» και τα έξοδα κατασκευής του ανέλαβε ο εξάδελφός της ο Τσάρος Νικόλαος Β'.
Σταδιακά από το 1916 και έπειτα το «Εφηβείον» μετατρέπεται σε φυλακές πολιτικών και στρατιωτικών κρατουμένων. Λόγω της θέσης του αλλά και της αρνητικής φόρτισης του κόσμου καθώς χρησιμοποιήθηκε ως τόπος βασανισμού αρχικά στη Γερμανική κατοχή και εν συνεχεία στην περίοδο της Δικτατορίας, το 1972 το «Εφηβείον» το οποίο είχε μετονομαστεί σε φυλακές Αβέρωφ γκρεμίζεται. Στη θέση του σήμερα στεγάζεται ο Άρειος Πάγος.
Πίνακας της Βασίλισσα Όλγας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου