Ο Πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου με τον Βασιλιά Κωνσταντίνο. |
Ο τότε υπουργός Εθνικής Αμύνης Πέτρος Γαρουφαλιάς, πρόσωπο που απολάμβανε της απόλυτης εμπιστοσύνης του Στέμματος, μετά την έκθεση Γρίβα και το αποτέλεσμα της ανάκρισης του Σίμου, είχε διατάξει την συνέχιση των ανακρίσεων και την παραπομπή της σε στρατοδικείο, όταν ο Γεώργιος Παπανδρέου τον εξανάγκασε σε παραίτηση ενημερώνοντας τον Βασιλιά ότι σκοπεύει να αναλάβει το υπουργείο Εθνικής Αμύνης ο ίδιος. Αφορμή για την αποπομπή του Γαρουφαλιά ήταν και η άρνηση του στην διαταγή του Παπανδρέου να αρχίσουν οι ανακρίσεις για την εφαρμογή του σχεδίου "Περικλής" στις εκλογές του 1961, κάτι που προφανώς ήθελε να χρησιμοποιήσει ο Παπανδρέου ως αντιπερισπασμό στην υπόθεση Α.Σ.Π.Ι.Δ.Α, καθώς από εκείνες τις εκλογές είχαν περάσει τέσσερα χρόνια.
Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος αρχικώς προσπάθησε να διατηρήσει τον Γαρουφαλιά στην θέση του υπό οποιοδήποτε κόστος. Αφού ο Παπανδρέου στάθηκε αμετάπειστος, επέστησε την προσοχή στον Πρωθυπουργό του ότι προφανώς δημιουργούνταν αρνητικές εντυπώσεις από την κίνηση του να αναλάβει το υπουργείο όταν εκκρεμεί η υπόθεση Α.Σ.Π.Ι.Δ.Α όπου πιθανώς να εμπλέκεται ο γιος του και πρότεινε ως συμβιβαστική πρόταση να αναλάβει το υπουργείο οποιοδήποτε άλλο στέλεχος της Ένωσης Κέντρου. Ο Παπανδρέου στάθηκε αμετάπειστος σε κάθε συμβιβαστική πρόταση, αρνούμενος καν να τις συζητήσει. Ακολούθησαν επιστολές Βασιλιά - Πρωθυπουργού το πενθήμερο 15 έως 20 Ιουλίου 1965 με εμπρηστικό περιεχόμενο και τελική κλιμάκωση της πολιτικής κρίσης στην Ελλάδα με την παραίτηση του Γ. Παπανδρέου και τις τρεις διαδοχικές κυβερνήσεις "Αποστατών", με την απόσχιση πολλών σημαντικών βουλευτών της Ένωσης Κέντρου (Μητσοτάκης, Νόβας, Τούμπας, Στέφανος Στεφανόπουλος, Τσιριμώκος κτλ) και την κοινοβουλευτική στήριξη της ΕΡΕ.
Η Εφημερίδα Ελευθερία την 15η Ιουλίου 1965 |
Επιστολή Βασιλέως Κωνσταντίνου προς Γεώργιο Παπανδρέου, 8ης Ιουλίου 1965
Εν Κερκύρα, τη 8η Ιουλίου 1965
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Η τελευταία συνεργασία σας μετ’ εμού εγένετο την 5ην Μαρτίου. Την 29ην Απριλίου, μετά την ορκομωσίαν των υπουργών, συνωμιλήσαμεν επ’ ολίγον ιδιαιτέρως. Την δε 7η Μαΐου είχομεν την σύσκεψιν, κατά την οποίαν συνεζητήθη αποκλειστικώς το Κυπριακόν. Έκτοτε δεν εζητήσατε να σας δεχθώ εις συνεργασίαν δια να με ενημερώσετε επί των γεννηθέντων τόσον σοβαρών και κρισίμων θεμάτων. Νομίζω ότι, όταν ο Πρωθυπουργός απέχει εκ των συνεργασιών μετά του Βασιλέως, δεν λειτουργεί ομαλώς το Κράτος.
Ευρισκόμενος δια τους λόγους, ους καλώς γνωρίζετε, εις Κέρκυραν, αισθάνομαι ότι αποτελεί καθήκον μου να σας εκφράσω δια της παρούσης τας σκέψεις μου επί της καταστάσεως της Χώρας. Είναι αύτη ανώμαλος και ανησυχητική, καθιστώσα επείγουσαν, κατά την γνώμην μου, την λήψιν ριζικών και αδιαβλήτων από πάσης πλευράς μέτρων αποκαταστάσεως του του σωβαρώς κλονισθέντος κράτους δικαίου, εδραιώσεως της νομιμότητος και επαναφοράς του αισθήματος της ασφάλειας και της τάξεως. Ανώμαλος κατέστη η κατάστασις αφ’ ης στιγμής εκ της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, η οποία υπάγεται προσωπικώς εις υμάς και διοικείται υπό προσώπων της απολύτου εμπιστοσύνης σας, εξεπορεύθη η επαναστατική, συνωμοτική οργάνωσις εις τας Ενόπλους Δυνάμεις, μοναδικόν σκοπόν έχουσα την ανατροπήν του Συντάγματος της χώρας και την επιβολήν δικτατορίας ελεεινής μορφής, αποκρουστικής εις πάντα ελεύθερον άνθρωπον. Αφ’ ης μου διεμηνύσατε το γεγονός της ανακαλύψεως της συνομοσίας, σας συνεβούλευσα να ενεργήσετε αποτελεσματικώς προς πάσαν κατεύθυνσιν δια την πλήρη εξιχνίασιν της υποθέσεως και την ανακάλυψιν των ενόχων. Μετά λύπης μου διεπίστωσα ότι η ανταπόκρισίς σας εις στο αυτονόητον αίτημά μου της απολύτου διαλευκάνσεως δεν υπήρξε ικανοποιητική, καίτοι το αίτημα τούτο εναρμονίζεται προς το στοιχειώδες συμφέρον της Δημοκρατίας.
Διεφωνήσαμεν ήδη επί της εισηγήσεώς σας προς εμέ, της διαβιβασθείσης δια του κ. Υπουργού Εθνικής Αμύνης, να τερματισθή η διερεύνησις της υποθέσεως μετά την υποβολήν του πορίσματος της διοικητικής εξετάσεως, εν τω οποίω όμως ομολογούνται αποτυχίαι ως προς την ανακάλυψιν βασικών συντελεστών και μετά την επιβολήν ελαφρών πειθαρχικών ποινών εις όσους ενόχους ηδυνήθη να ανεύρη ο διενεργήσας την εξέτασιν. Και μου παραγγείλατε ότι δεν εδέχθητε την την γνώμην μου, αλλ’ ότι θα την εσέβεσθε και θα παρεπέμπατε εις τακτικήν ανάκρισιν, ως σας συνεβούλευσα, την συνομοσίαν και εις ανακριτικόν συμβούλιον προς απόταξιν τους ενόχους. Ενώ, όμως, δεν επιτρέπεται να υφίσταται ουδ’ επ’ ελάχιστον έδαφος πολιτικής ενέργειας εις τας Ενόπλους Δυνάμεις, ηθελήσατε να συζεύξητε προς την συνομοσίαν άλλην υπόθεσιν, άσχετον, διαφόρου εντελώς φύσεως, την οποίαν σκοπίμως παραπέμψατε συγχρόνως εις την ανάκρισιν. Εάν παρ’ ελπίδα ενόμισέ τις ότι η παραπομπή και της υποθέσεως ταύτης θα ηδύνατο τυχόν να με εύρη διαφωνούντα, επλανήθη οικτρώς, διότι ούτε εγώ, ούτε ουδείς άλλος ορθοφρονών, ανιδιοτελής και έντιμος άνθρωπος είναι δυνατόν να μην επιθυμή την αυστηροτέραν δυνατήν εξέτασιν οιασδήποτε, οποθενδήποτε προερχομένης παρανόμου και αντιπειθαρχικής κινήσεως εις τας Ενόπλους Δυνάμεις. Και είναι ανησυχητική εις βαθμόν σοβαρώτατον η κατάστασις της χώρας, εφ’ όσον κινδυνεύει να καταληθή η νομιμότης, το κράτος δικαίου, εξ ενεργειών αποδεικνυομένων δι’ απτών αποδείξεων της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, αναγορευθείσης εις ελεγκτήν της νομιμότητος και επεμβαινούσης εις το έργον της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης προς επηρεασμόν των κρίσεων δια της ασκήσεως ψυχολογικής βίας, τόσον κατά των εκτελούντων διατεταγμένην υπηρεσίαν αξιωματικών, όσον και κατά των μαρτύρων. Δυστυχώς, ευρίσκομαι εις την δυσάρεστον θέσιν να σας δηλώσω ότι τας επεμβάσεις αυτάς ενισχύετε και υποθάλπετε, καίτοι δια τους λόγους τους οποίους δεν θα ήθελα να αναφέρω, ανυπέρβλητους και εξ αντικειμένου δεδομένους, η θέσις υμών, εν συναρτήσει προς τη υπόθεσιν της συνομωσίας εις τας Ενόπλους Δυνάμεις, έχει από καιρού καταστή εξαιρετικώς ευαίσθητος και λεπτή. Σας απευθύνω έκκλησιν να σταματήσετε αμέσως πάσαν δραστηριότητα καταλυτικήν θεμελιωδών κανόνων της λειτουργίας του πολιτεύματος και πρόξενον πολιτικής αναταραχής και κλονισμού του αισθήματος της ασφάλειας των πολιτών. Σας συμβουλεύω να απομακρύνετε δια διαταγής σας από την ανάκρισιν πάντα υπηρετούντα παρά τη Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών και να διακηρύξητε προς πάσαν κατεύθυνσιν ότι είσθε κεκηρυγμένος υπέρ απολύτως ανεπηρεάστου ευρέσεως ολοκλήρου της αληθείας δια την συνομοσίαν.
Η εφημερίδα Ελευθερία την 16η Ιουλίου 1965 |
Τελώ εν πλήρει επιγνώσει της σοβαρότητος της καταστάσεως. Γνωρίζω καλώς ότι εκ πηγών στενότατα προσκειμένων προς υμάς ενεπνεύσθησαν αι προειδοποιήσεις και αι απειλαί εναντίον μου αι ομοιάζουσαι προς εκβιασμόν. Δέχομαι να αντιπαρέλθω πάντα ταύτα υπό την προϋπόθεσιν ότι θα θελήσητε, ως ήδη σας ζητώ, δια σαφών και απερίφραστων δηλώσεών σας, να εξηγήσετε ευθαρσώς και τιμίως προς τον λαόν, ότι ούτε είχον ποτέ ούτε έχω την πρόθεσιν να απομακρυνθώ έστω και κατά κεραίαν από των υπό του Συντάγματος ρητώς καθοριζομένων καθηκόντων και υποχρεώσεών μου προς τας οποίας θα παραμείνω αυστηρώς προσηλωμένος, και ότι θα τηρήσω απαρεγκλίτως τον όρκο μου. Συγχρόνως σας καλώ να καταδικάσετε δημόσια την εναντίον μου συκοφαντικήν εκστρατείαν και να λάβετε σύντονα και αμέσου αποδόσεως μέτρα διαλύσεως πάσης οργανώσεως ή προπαρασκευής λαοκρατικών εκδηλώσεων ή στάσεων προπαρασκευαζόμενων υφ’ οιονδήποτε πρόσχημα προς υποδούλωσιν του ελληνικού λαού και κατάλυσιν της λαϊκής κυριαρχίας και των ατομικών ελευθεριών. Εν μέσω της βαρείας ατμοσφαίρας ην αφήσατε να δημιουργηθή, θεωρώ ότι αποτελεί υποχρέωσίν σας η άμεσος και άνευ δισταγμού πραγματοποίησις των όσων σας ζητώ.
Η προειδοποίησις μου αυτή είναι η τελευταία. Έχω την αξίωσιν να γνωρήζητε ότι δεν έχω σκοπόν να έλθω εις οιανδήποτε μορφής ρήξιν προς την πλειοψηφίαν του ελληνικού λαού. Εις υμάς, όμως, προσωπικώς, απόκειται εφ’ όσον έχετε διακηρύξει την πρόθεσίν σας να εκπληρώσητε τη λαϊκήν εντολήν περί πραγματοποιήσεως και διατηρήσεως τα ομαλής λειτουργίας του πολιτεύματος, να ενεργήσητε αδιστάκτως όσα σας εξήγησα και εζήτησα ανωτέρω, ώστε να προκύψουν συνθήκαι πρόσφοροι δια την δημιουργικήν αντιμετώπισιν των σοβαρών εκκρεμών προβλημάτων της χώρας. Διότι, εν πάση περιπτώσει, τελείτε εν επιγνώσει της αναληθείας των γραφομένων καθημερινώς, ότι δήθεν υφίσταται θέμα λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών, και έχει ήδη φτάσει η ώρα εσείς, ως υπεύθυνος πρωθυπουργός, να μη ανέχεσθε τα σκόπιμα ψεύδη, όταν ουδέν τοιούτον ζήτημα υφίσταται επί βασιλευομένης δημοκρατίας της Ελλάδος.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Επιστολή Γεωργίου Παπανδρέου προς τον Βασιλιά Κωνσταντίνο, 9ης Ιουλίου 1965
Εν Αθήναις τη 9η Ιουλίου 1965
Μεγαλειότατε,
Με κατάπληξιν και βαθυτάτην οδύνην ανέγνωσα την χθεσινήν επιστολήν της Υμετέρας Μεγελειότητος. Είναι προφανές ότι αύτη αποτελεί έργον ολέθριων συμβούλων. Και εύχομαι όπως μη αποβή μοιραία δια το Έθνος.
1) Επισημαίνεται ότι από της 7ης Μαΐου δεν υπήρξεν εκ μέρους εμού αίτησις συνεργασίας. Τούτο οφείλεται εις το γεγονός ότι υφίστατο συνεργασία της Υμετέρας Μεγαλειότητος μετά των Υπουργών Εξωτερικών και Εθνικής Αμύνης, ώστε λαμβάνατε πλήρη γνώσιν των σχετικών ζητημάτων. Καθ' όσον με αφορά, ακόμη ανέμενον την λήξιν της Συνόδου της Βουλής, η οποία συνεχώς και απροόπτως παρετείνετο, ίνα συνεργασθώ μετά της Υμετέρας Μεγαλειότατος επί της γενικής πολιτικής καταστάσεως. Εάν όμως κατ' αυτό το διάστημα είχατε κρίνει ότι επεβάλλετο η συνεργασία μας, θα ήτο δυνατόν, όπως συνέβη και άλλοτε, να με είχατε καλέσει. Εν τούτοις, και τώρα, οπότε εθεώρησα επείγουσαν την συνεργασίαν μας, αντί συναντήσεως μου απηντήσατε δια της επιστολής.
2) Ανέγνωσα με απορίαν την γνώμην Υμών, ότι υφίσταται εις την χώραν «κατάστασις ανώμαλος και ανησυχητική, κλονισμός του αισθήματος ασφαλείας και του κράτους δικαίου». Ο Τύπος της Δεξιάς κατασκευάζει αυτήν την εικόνα. Συμβαίνει όμως εις την πραγματικότητα, το αντίθετον. Υπάρχει πλήρης ηρεμία εις την χώραν και λειτουργεί το Κράτος Δικαίου. Προσεφέραμεν εις τον Λαόν μας και Ελευθερίαν και Νομιμότητα και Τάξιν. Όσαι εκτροπαί εκ της νομιμότητος σημειωθούν, και είναι ελάχισται, κολάζονται από την Δικαιοσύνην. Και έχω απαγορεύσει αυστηρώς πάσαν οχλοκρατικήν εκδήλωσιν.
3) Καταγγέλλεται η Κ.Υ.Π. ως κέντρον «επαναστατικής συνωμοτικής οργανώσεως». Αλλά το πόρισμα του Στρατηγού Σίμου, ο οποίος εξήτασεν 93 αξιωματικούς και 2 ιδιώτας, είναι ότι μόνον εις αξιωματικός της ΚΥΠ θεωρείται ένοχος και εις δύο προϊσταμένους του καταλογίζει μόνον ευθύνην αμελείας.
4) Υπενθυμίζετε την γνώμην μου περί τερματισμού της υποθέσεως μετά την υποβολήν του πορίσματος της διοικητικής εξετάσεως. Αλλά αυτό δεν ήτο γνώμη ιδική μου. Ήτο πόρισμα του στρατηγού Σίμου, το οποίον απλώς απεδέχθην. Εν τούτοις, απεδέχθην και την συνέχισιν των ανακρίσεων. Και έχω διατάξει, όπως δι' όλων των μέσων εξακριβωθή η αλήθεια.
5) Αναφέρετε και το εκλογικόν πραξικόπημα «Περικλής». Το απεκάλυψα κατά καθήκον, εις την Βουλήν, διότι ήτο αλήθεια και ήτο επί πλέον δικαίωσις του Ανενδότου Αγώνα μας. Και αρχικώς ηθέλησα να αρκεσθώ μόνον εις τας πολιτικός επιπτώσεις του. Διότι όμως η αντιπολίτευσις έθεσεν υπό αμφισβήτησιν την εγκυρότητα των κειμένων, έκρινα ότι επεβάλλετο, χάριν της ιστορίας, να υπάρξη και δικαστική επιβεβαίωσις. Και δια τούτο διέταξα την ανάκρισιν.
6) Συνέπεσε να ανέλθετε εις τον Θρόνον, όταν ανέλαβον την Αρχήν. Και κατέβαλον πάσαν προσπάθειαν, προβάς ακόμη και εις σημαντικός συγκαταβάσεις, αι οποίαι δυσηρέστησαν τον δημοκρατικόν κόσμον, προς αδιατάρακτον συνεργασίαν. Δυστυχώς, αποδεικνύεται τώρα, ότι η προσπάθεια μου απέβη εις μάτην.
7) Το δυσχερέστερον θέμα εις την συνεργασίαν μας υπήρξε το Υπουργείον Εθνικής Αμύνης. Κατείχεσθε ανέκαθεν από την θέλησιν να έχετε αποφασιστικήν γνώμην επ' αυτού. Και εις αυτήν την θέλησιν οφείλεται και η σημερινή κρίσις. Με την επιστολήν του διευθυντού του Πολιτικού Γραφείου Υμών, της 24ης Ιουνίου μου ανεκοινώθη ότι δεν συμφωνείτε εις την μεταβολήν της σημερινής ηγεσίας των Ενόπλων δυνάμεων, η οποία όμως μεταβολή, κατά το πολίτευμα, αποτελεί δικαίωμα της νομίμου Κυβερνήσεως.
8) Διαφωνία επίσης επήλθε μεταξύ ημών και επί του θέματος του υπουργού της Εθνικής Αμύνης. Ανεκοίνωσα εις την Υμετέραν Μεγαλειότητα την απόφασίν μου, όπως αναλάβω προσωπικώς το υπουργείον Εθνικής Αμύνης. Συμφώνως προς το Πολίτευμα το δικαίωμα τούτο ανήκει εις τον Πρωθυπουργόν, του οποίου την απόφασιν οφείλει να αποδεχθή ο Βασιλεύς. Εν τούτοις, καθώς μου ανεκοίνωσεν ο διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου Υμών, ηρνήθητε την αποδοχήν της αποφάσεως μου.
9) Καθώς έκ των ανωτέρω συνάγεται, υφίσταται πράγματι θέμα λειτουργίας του δημοκρατικού μας Πολιτεύματος. Εις την λαοπρόβλητον Κυβέρνησιν ανήκει η πλήρης εξουσία εις όλους τους τομείς του Κράτους. Δεν αποτελεί το υπουργείον Εθνικής Αμύνης στεγανόν διαμέρισμα, εξαιρούμενον της εξουσίας της Κυβερνήσεως. Και αυτή υπήρξεν η έννοια της ψήφου εμπιστοσύνης της 25ης Ιουνίου, την οποίαν παρέσχον εις την Κυβέρνησιν όλοι οι βουλευταί της Ενώσεως Κέντρου.
10) Συμφώνως προς το Πολίτευμα της Βασιλευομένης Δημοκρατίας, ο Βασιλεύς βασιλεύει και ο Λαός κυβερνά δια της νομίμου Κυβερνήσεως. Ο βασιλεύς συμβουλεύει, αλλά η Κυβέρνησις αποφασίζει. Εν τούτοις, από την τελευταίαν διπλήν άρνησιν Υμών συνάγεται, ότι δεν συμφωνείτε με αυτήν την έννοιαν του πολιτεύματος. Διεκδικείτε το δικαίωμα, όπως ορίζετε Υμείς και τον υπουργόν Εθνικής Αμύνης και την Ηγεσίαν των Ενόπλων Δυνάμεων, έστω και κατ' αντίθεσιν προς την απόφασιν της υπευθύνου Κυβερνήσεως. Αλλά τούτο δεν είναι σύμφωνον προς το πολίτευμα. Και δια τούτο, απευθύνω προς την Υμετέραν Μεγαλειότητα έκκλησιν, όπως προς το συμφέρον και του Έθνους και του Θρόνου, μη επιμείνετε εις αυτάς τας αντιλήψεις. Συναποστέλλω προς υπογραφήν το διάταγμα της αναλήψεως υπ' εμού του υπουργείου Εθνικής Αμύνης.
Η εντολή, την οποίαν η Ένωσις Κέντρου έχει λάβει από τον ελληνικόν λαόν, είναι όπως λειτουργή πλήρως η αληθής Βασιλευομένη Δημοκρατία. Υπό την σημαίαν αυτής ηγωνίσθημεν και ετιμήθημεν με την πρωτοφανή εμπιστοσύνην του ελληνικού λαού, η οποία σήμερον, όχι μόνον διατηρείται, αλλά και προφανώς έχει επαυξηθή. Και θα εξακολούθηση να είναι η σημαία της Ενώσεως Κέντρου και εις το παρόν και εις το μέλλον. Μετά βαθείας τιμής Γ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Επιστολή Βασιλέως Κωνσταντίνου προς Γεώργιο Παπανδρέου, 10ης Ιουλίου 1965
Εν Κερκύρα τη 10η Ιουλίου 1965
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Διεπίστωσα εκ της από 9 Ιουλίου επιστολής σας ότι επιμένετε να έχετε την πρόθεσιν την οποίαν δια της προχθεσινής επιστολής μου σας επεσήμανα, να εμφανίζετε κατά σύστημα ως υφιστάμενον θέμα λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος, δημιουργηθέν εξ αιτίας ενεργειών μου, ενώ τοιούτον θέμα δεν υπάρχει διότι ουδέποτε εγεννήθη. Δεν δύναμαι, δυστυχώς, να αποφύγω την σκέψιν ότι η σκόπιμος εμμονή εις ανύπαρκτον θέμα αποτελεί πρόσχημα δια την εκ μέρους ημών ηθελημένην διατάραξιν των σχέσεων μας. Επιδιώκετε την δημιουργίαν συνταγματικού θέματος εκ του μη όντος. Με στενοχωρεί η προσπάθεια σας, εάν δε δεν επικρατήσουν εις υμάς σωφρονέστεραι σκέψεις, θα ευρεθώ εις την ανάγκην εκ καθήκοντος προασπίσεως της συνταγματικής τάξεως και της ομαλότητος να καταγγείλω προς τον Ελληνικόν λαόν τας προθέσεις σας. Είναι γεγονός αναμφισβήτητον, το οποίον ουδενός την προσοχήν δέον να διαφυγή, ότι η δημιουργηθείσα εις το πολιτικόν κόμμα του οποίου ηγείσθε έντασις εν σχέσει προς τα πρόσωπα του Αρχηγού του ΓΕΣ, αρχικώς, και εν συνεχεία του υπουργού Εθνικής Αμύνης, υπήρξεν, ως υμείς καλώς γνωρίζετε, τεχνητή.
Ήδη έρχομαι εις όσα σχετικώς αναφέρετε εις την επιστολήν σας εν σχέσει προς τα δύο αυτά πρόσωπα. Δια την αντικατάστασιν του Αρχηγού ΓΕΣ εσείς με ενημερώσατε επί αποφάσεως σας και σας διεμήνυσα δια του Αρχηγού του Γραφείου μου, ότι διαδικασία απλής ανακοινώσεως, ήτις εσχεδιάζετο ως πληροφορήθην χωρίς να μου παράσχητε την κατά το Σύνταγμα απαραίτητον ευκαιρίαν ν' ακουσθή η γνώμη μου, δεν ηδύνατο να γίνη δεκτή, και προσέθεσα ότι υπό τάς κρατούσας συνθήκας, από εθνικής σκοπιάς κρίνων, δεν ήμην σύμφωνος προς την απόφασίν σας.
Δια της από 24 Ιουνίου ε.ε. επιστολής σας απεδώσατε εις πλήρη παρανόησιν του κ. υπουργού Εθνικής Αμύνης τα όσα με επληροφόρησε και εκφράσαντες την βαθείαν λύπην σας δια την αδόκητον παρεξήγησιν με διεβεβαιώσατε ότι ουδέποτε ήτο δυνατόν να προβήτε εις την ενέργειαν των μεταβολών πριν ή επικοινωνήσετε μετ’ αυτού.
Καθ' όσον αφορά εις το θέμα της αντικαταστάσεως του υπουργού Εθνικής Αμύνης δεν είναι αληθές ότι επήλθε διαφωνία ημών, ως εν τη επιστολή σας αναφέρετε, εφ' όσον δεν έσχον εισέτι την μεθ' υμών συνεργασίαν δια να ακούσω την εισήγησίν σας και εκφράσω, καθ’ ο έχω χρέος, την γνώμην μου. Όταν μου παρηγγείλατε την απόφασίν σας, σας εξέφρασα δια του Αρχηγού του Γραφείου μου την επιθυμίαν να συζητήσω το θέμα μεθ' υμών ευθύς ως τούτο καταστή δυνατόν, συγχρόνως σας επέστησα την προσοχήν επί του φόρτου εργασίας τον οποίον θα συνεπάγεται δι' υμάς η άσκησις των καθηκόντων του πρωθυπουργού, του υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και του υπουργού Εθνικής Αμύνης, ο δε κ. Χοϊδάς σας επανέλαβε δις την απάντησίν μου ταύτην προς άρσιν πάσης αμφιβολίας σας ότι σας ημφισβήτησα δικαίωμα σας.
Ουδέποτε εις ουδεμίαν στιγμήν και δι' οιουδήποτε τρόπου ηρνήθην ότι αποτελεί δικαίωμα της Κυβερνήσεως η αντικατάστασις ανωτάτου αξιωματικού ή δικαίωμα του πρωθυπουργού η αντικατάστασις υπουργού του. Συνεπώς, αναγιγνώσκων εις την επιστολήν σας τα αντίθετα, διερωτώμαι πώς είναι δυνατόν να μου αποδίδετε ανύπαρκτον διπλήν άρνησιν, υποστηρίζοντες πράγματα διάφορα της αληθείας. Πάντως, δεν δύναμαι ειμή να σημειώσω ότι η αποστολή χθες προς εμέ προς υπογραφήν σχεδίου Βασιλικού Διατάγματος περί αντικαταστάσεως του υπουργού Εθνικής Αμύνης, χωρίς να έχη προηγηθή συνεργασία ημών αναγκαία, κατά τάς συνθήκας του Πολιτεύματος, ιδία δε αφού είχατε και ειδοποιηθή περί της επιθυμίας μου, αποτελεί πράξιν αήθη, αλλά και προσβλητικήν, διότι περιέχει άσκησιν πιέσεως και σκοπεί εις δημιουργίαν πεπλανημένων εντυπώσεων παρά τη κοινή γνώμη.
Διότι πώς δύναται να παροραθή το συμβάν ότι πριν ή παραδοθή εν Αθήναις προς αποστολήν εις εμέ το σχέδιον Βασιλικού Διατάγματος μετά της επιστολής σας, εξεδόθησαν έκτακτοι εκδόσεις φιλοκυβερνητικών εφημερίδων, στενώς συνδεδεμένων μετά του περιβάλλοντος σας, προς διάδοσιν της ψευδούς ειδήσεως ότι είχον τάχα αρνηθή την υπογραφήν του τότε ανυπάρκτου σχεδίου Βασιλικού Διατάγματος.
Δια τας αντιλήψεις, τας οποίας ισχυρίζεσθε ότι έχω εν σχέσει προς το υπουργείον Εθνικής Αμύνης, περί του οποίου, ως μου γράφετε, κατέχομαι από την θέλησιν να έχω αποφασιστικήν γνώμην, θεωρών τούτο στεγανόν διαμέρισμα εξαιρούμενον της εξουσίας της Κυβερνήσεως, οφείλω να σας δηλώσω κατά τον κατηγορηματικώτερον τρόπον, ότι ευρίσκεσθε εις πλάνην και μου αποδίδετε μομφήν ασυγχώρητον, ουδεμίαν έχουσαν βάσιν. Γνωρίζω άριστα τα εκ του Συντάγματος καθήκοντα μου, την έκτασίν των και τας εξ αυτών υποχρεώσεις μου. Η έκκλησίς σας προς εμέ δεν ανταπεκρίνετο εις ανάγκην τινά.
Πριν ή αναβώ εις τον Θρόνον ωρκίσθην εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος να προστατεύω την επικρατούσαν Θρησκείαν των Ελλήνων, να φυλάττω το Σύνταγμα και τους Νόμους του Ελληνικού Έθνους και να διατηρώ και υπερασπίζω την εθνικήν ανεξαρτησίαν και ακεραιότητα του Ελληνικού Κράτους. Ως εγγυητής συνεπώς της διαφυλάξεως του Συντάγματος και ειδικώτερον των θεμελιωδών αρχών της λαϊκής κυριαρχίας και των δημοκρατικών ελευθεριών του κατ' εξοχήν δημοκρατικού λαού ημών, είμαι υποχρεωμένος να ενδιαφέρομαι ιδιαιτέρως δια τας ενόπλους δυνάμεις, αίτινες ως λόγον υπάρξεως έχουν την προάσπισιν του Έθνους από εξωτερικούς ή εσωτερικούς κινδύνους.
Το ενδιαφέρον μου τούτο περιορίζεται εις την διατήρησιν των ενόπλων δυνάμεων αξιόμαχων, αποκλειστικώς ασχολουμένων με τα υπηρεσιακά καθήκοντα των και αδιακόπως αφοσιωμένων εις την επιτέλεσιν του υπέρτατου εθνικού των καθήκοντος, μακράν πάσης πολιτικής ή κομματικής διαμάχης ή πιέσεως. Δια την κατίσχυσιν της αρχής ότι αι ένοπλοι δυνάμεις ανήκουν μόνον εις το Έθνος, δεν αρκεί μόνο η διακήρυξις της αρχής, αλλά απαιτείται επιμελής και συνεχής εφαρμογή της. Εγώ, τεταγμένος υπεράνω της πολιτικής, οφείλω ανεπηρέαστος να επαγρυπνώ δια την πιστήν τήρησιν της αρχής και σας έχω είπει ότι διεπίστωσα σοβαρωτάτας παραβιάσεις αυτής.
Ποία μέσα διαθέτω δια την εκδήλωσιν του ενδιαφέροντος μου τούτου; Όσα από μακράν παράδοσιν έχουν διεθνώς καθιερωθή, ήτοι, να συμβουλεύω και εν ανάγκη να προειδοποιώ υμάς και τους υπουργούς μου, ενημερούμενος τακτικώς και συστηματικώς επί πάντων των σημαντικών θεμάτων κατά τα καθιερωμένα.
Αύτη είναι η ακριβής αντίληψις των υποχρεώσεων μου και ούτω και μόνον ήσκησα και θα εξακολουθώ να ασκώ τα καθήκοντα μου. Η αποφασιστικότης μου να μείνω στερρώς προσηλωμένος εις τον όρκον μου δεν πρόκειται εν ουδεμία περιπτώσει να καμφθή. Σας γνωρίζω δε και πάλιν ότι τελώ εν πλήρει αρμονία προς την πολιτικήν παράταξιν της Ενώσεως Κέντρου και δεν επιθυμώ να μεταβληθή τούτο.
Ακατανόητος δι' εμέ είναι η περικοπή της επιστολής κατά την οποίαν κατεβάλατε πάσαν προσπάθειαν και προέβητε και εις σημαντικός... συγκαταβάσεις, δυσάρεστους δια τον δημοκρατικόν κόσμον, δια να διατηρηθή αδιατάρακτος η συνεργασία σας μετ' εμού. Τι έννοιαν έχει η συγκατάβασις του Πρωθυπουργού προς τον Βασιλέα; Εκ του Συντάγματος έχετε την ευθύνην των πράξεων μου, ουδείς δε χώρος συγκαταβάσεως υπάρχει. Εν πάση περιπτώσει είμαι υποχρεωμένος να σημειώσω ότι απετέλεσεν ατύχημα η χρήσις του όρου, διότι ο Βασιλεύς ουδεμίαν απολύτως ποτέ ανάγκην συγκαταβάσεως έχει ούτε δύναται να επιτρέψη τόσον άτακτον και αντικανονικήν στάσιν απέναντι του.
Θα σας απαντήσω δι' ολίγων εις όσα αναφέρετε εις τας παραγράφους 3 και 4 της επιστολής σας. Δεν ήτο έργον του διενεργήσαντος την διοικητικήν εξέτασιν επί της υποθέσεως της συνωμοσίας, να εισηγηθή επί της ανάγκης εξακριβώσεως της αληθείας δια τακτικής ανακρίσεως. Εις το πόρισμα του, πάντως, ουδέν σχετικώς αναφέρεται. Όταν δια του πορίσματος της εξετάσεως του βεβαιοί ότι δεν κατώρθωσε να διαπίστωση ποίοι οι ιδρυταί, ποίος ο αρχηγός, ποία τα μέλη και ποίοι οι σκοποί της συνωμοσίας, θα ήτο ασύλληπτον να εισηγείτο τον τερματισμόν, ανακριτικώς, τόσον ανώριμου υποθέσεως. Παρ' όλον όμως, ότι διέφυγον της διοικητικής εξετάσεως τόσον βασικοί συντελεσταί, εν τούτοις, εις τρείς αξιωματικούς της Κ.Υ.Π. αποδίδεται ενοχή ηυξημένου βαθμού δια του πορίσματος. Ούτω, η απάντησίς σας δεν πείθει, εφ’ όσον μάλιστα επιθυμείτε να λησμονήτε ότι πολλά άλλα στοιχεία έχουν έλθει εις φώς περί της ενεργού αναμίξεως της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών εις την εξύφανσιν της επαναστατικής δικτατορικής συνωμοσίας, ήτις νυν τελεί υπό ανάκρισιν.
Της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών αποκλειστικόν έργον δέον να είναι η συγκέντρωσις πληροφοριών περί των εξωτερικών και εσωτερικών εχθρών της χώρας και η προστασία των ενόπλων δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας από πάσης επιβουλής. Και ουδεμία ετέρα δράσις είναι επιτρεπτή.
Δια της επιστολής μου, σας κατήγγειλα συγκεκριμένας πράξεις και σας εζήτησα να προβήτε εις ωρισμένας εκδηλώσεις, προθυμοποιηθείς μάλιστα, χάριν του δημοσίου συμφέροντος, να αντιπαρέλθω ωρισμένας χαρακτηριστικός σοβαρός ενεργείας σας εάν προεβαίνατε εις αποκήρυξίν των. Ουδέν όμως απολύτως αναφέρετε εις την επιστολήν σας εν σχέσει προς την παράκλησίν μου. Συνεπώς, είμαι υποχρεωμένος, υπό το φως και των χθεσινών και σήμερον επαναλαμβανόμενων αναληθών σκόπιμων αιτιάσεων, ότι ηρνήθην να δεχθώ εσάς και την υπογραφήν Βασιλικού Διατάγματος, αλλά και εν όψει της εκ κύκλων προσκειμένων εις υμάς, διαδόσεως συνθημάτων περί επελθούσης ρήξεως εξ αιτίας των ανερείστων τούτων αιτιάσεων και της προσκλήσεως του λαού εις επαγρύπνησιν δια την περιφρούρηση; των δήθεν κινδυνευουσών ελευθεριών του, να σας δηλώσω δια μίαν εισέτι φοράν ότι αποδοκιμάζω τας ενεργείας σας και ότι επιθυμώ να σας καταστήσω σαφές ότι υπό τοιαύτην ατμόσφαιραν δεν τολμώ να αισιοδοξήσω ότι δύναται ν' αποβή εποικοδομητική η επικείμενη συνεργασία μας.
Αρνούμαι, και εν τούτω προασπίζω την συνταγματικήν θέσιν και το κύρος μου ενώπιον αδόκητων πιέσεων, να δεχθώ να ασκήσω τα καθήκοντα μου υπό απειλήν και υπό το κράτος εντυπώσεων εξ ενεργειών μη συναδουσών προς την ομαλότητα της λειτουργίας του πολιτεύματος. Εάν υφίσταται σήμερον πρόβλημα, τούτο συνίσταται εις κρίσιν εμπιστοσύνης, την οποίαν προεκάλεσαν αι ενέργειαί σας απροκαλύπτως σχεδιασμέναι και εσκεμμέναι δια να περιορίσουν την απρόσκοπτον άσκησιν των συνταγματικών μου καθηκόντων.
Ουδείς όμως θα δυνηθή να επιτυχή τοιούτον τι, διότι στηρίζομαι εις την ακατάλυτον δύναμιν η οποία είναι η αγάπη του λαού.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Επιστολή Βασιλέως Κωνσταντίνου προς Γεώργιο Παπανδρέου, 14ης Ιουλίου 1965
Εν Κερκύρα τη 14η Ιουλίου 1965
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Εν Κερκύρα τη 10η Ιουλίου 1965
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Διεπίστωσα εκ της από 9 Ιουλίου επιστολής σας ότι επιμένετε να έχετε την πρόθεσιν την οποίαν δια της προχθεσινής επιστολής μου σας επεσήμανα, να εμφανίζετε κατά σύστημα ως υφιστάμενον θέμα λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος, δημιουργηθέν εξ αιτίας ενεργειών μου, ενώ τοιούτον θέμα δεν υπάρχει διότι ουδέποτε εγεννήθη. Δεν δύναμαι, δυστυχώς, να αποφύγω την σκέψιν ότι η σκόπιμος εμμονή εις ανύπαρκτον θέμα αποτελεί πρόσχημα δια την εκ μέρους ημών ηθελημένην διατάραξιν των σχέσεων μας. Επιδιώκετε την δημιουργίαν συνταγματικού θέματος εκ του μη όντος. Με στενοχωρεί η προσπάθεια σας, εάν δε δεν επικρατήσουν εις υμάς σωφρονέστεραι σκέψεις, θα ευρεθώ εις την ανάγκην εκ καθήκοντος προασπίσεως της συνταγματικής τάξεως και της ομαλότητος να καταγγείλω προς τον Ελληνικόν λαόν τας προθέσεις σας. Είναι γεγονός αναμφισβήτητον, το οποίον ουδενός την προσοχήν δέον να διαφυγή, ότι η δημιουργηθείσα εις το πολιτικόν κόμμα του οποίου ηγείσθε έντασις εν σχέσει προς τα πρόσωπα του Αρχηγού του ΓΕΣ, αρχικώς, και εν συνεχεία του υπουργού Εθνικής Αμύνης, υπήρξεν, ως υμείς καλώς γνωρίζετε, τεχνητή.
Ήδη έρχομαι εις όσα σχετικώς αναφέρετε εις την επιστολήν σας εν σχέσει προς τα δύο αυτά πρόσωπα. Δια την αντικατάστασιν του Αρχηγού ΓΕΣ εσείς με ενημερώσατε επί αποφάσεως σας και σας διεμήνυσα δια του Αρχηγού του Γραφείου μου, ότι διαδικασία απλής ανακοινώσεως, ήτις εσχεδιάζετο ως πληροφορήθην χωρίς να μου παράσχητε την κατά το Σύνταγμα απαραίτητον ευκαιρίαν ν' ακουσθή η γνώμη μου, δεν ηδύνατο να γίνη δεκτή, και προσέθεσα ότι υπό τάς κρατούσας συνθήκας, από εθνικής σκοπιάς κρίνων, δεν ήμην σύμφωνος προς την απόφασίν σας.
Δια της από 24 Ιουνίου ε.ε. επιστολής σας απεδώσατε εις πλήρη παρανόησιν του κ. υπουργού Εθνικής Αμύνης τα όσα με επληροφόρησε και εκφράσαντες την βαθείαν λύπην σας δια την αδόκητον παρεξήγησιν με διεβεβαιώσατε ότι ουδέποτε ήτο δυνατόν να προβήτε εις την ενέργειαν των μεταβολών πριν ή επικοινωνήσετε μετ’ αυτού.
Καθ' όσον αφορά εις το θέμα της αντικαταστάσεως του υπουργού Εθνικής Αμύνης δεν είναι αληθές ότι επήλθε διαφωνία ημών, ως εν τη επιστολή σας αναφέρετε, εφ' όσον δεν έσχον εισέτι την μεθ' υμών συνεργασίαν δια να ακούσω την εισήγησίν σας και εκφράσω, καθ’ ο έχω χρέος, την γνώμην μου. Όταν μου παρηγγείλατε την απόφασίν σας, σας εξέφρασα δια του Αρχηγού του Γραφείου μου την επιθυμίαν να συζητήσω το θέμα μεθ' υμών ευθύς ως τούτο καταστή δυνατόν, συγχρόνως σας επέστησα την προσοχήν επί του φόρτου εργασίας τον οποίον θα συνεπάγεται δι' υμάς η άσκησις των καθηκόντων του πρωθυπουργού, του υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και του υπουργού Εθνικής Αμύνης, ο δε κ. Χοϊδάς σας επανέλαβε δις την απάντησίν μου ταύτην προς άρσιν πάσης αμφιβολίας σας ότι σας ημφισβήτησα δικαίωμα σας.
Ουδέποτε εις ουδεμίαν στιγμήν και δι' οιουδήποτε τρόπου ηρνήθην ότι αποτελεί δικαίωμα της Κυβερνήσεως η αντικατάστασις ανωτάτου αξιωματικού ή δικαίωμα του πρωθυπουργού η αντικατάστασις υπουργού του. Συνεπώς, αναγιγνώσκων εις την επιστολήν σας τα αντίθετα, διερωτώμαι πώς είναι δυνατόν να μου αποδίδετε ανύπαρκτον διπλήν άρνησιν, υποστηρίζοντες πράγματα διάφορα της αληθείας. Πάντως, δεν δύναμαι ειμή να σημειώσω ότι η αποστολή χθες προς εμέ προς υπογραφήν σχεδίου Βασιλικού Διατάγματος περί αντικαταστάσεως του υπουργού Εθνικής Αμύνης, χωρίς να έχη προηγηθή συνεργασία ημών αναγκαία, κατά τάς συνθήκας του Πολιτεύματος, ιδία δε αφού είχατε και ειδοποιηθή περί της επιθυμίας μου, αποτελεί πράξιν αήθη, αλλά και προσβλητικήν, διότι περιέχει άσκησιν πιέσεως και σκοπεί εις δημιουργίαν πεπλανημένων εντυπώσεων παρά τη κοινή γνώμη.
Διότι πώς δύναται να παροραθή το συμβάν ότι πριν ή παραδοθή εν Αθήναις προς αποστολήν εις εμέ το σχέδιον Βασιλικού Διατάγματος μετά της επιστολής σας, εξεδόθησαν έκτακτοι εκδόσεις φιλοκυβερνητικών εφημερίδων, στενώς συνδεδεμένων μετά του περιβάλλοντος σας, προς διάδοσιν της ψευδούς ειδήσεως ότι είχον τάχα αρνηθή την υπογραφήν του τότε ανυπάρκτου σχεδίου Βασιλικού Διατάγματος.
Δια τας αντιλήψεις, τας οποίας ισχυρίζεσθε ότι έχω εν σχέσει προς το υπουργείον Εθνικής Αμύνης, περί του οποίου, ως μου γράφετε, κατέχομαι από την θέλησιν να έχω αποφασιστικήν γνώμην, θεωρών τούτο στεγανόν διαμέρισμα εξαιρούμενον της εξουσίας της Κυβερνήσεως, οφείλω να σας δηλώσω κατά τον κατηγορηματικώτερον τρόπον, ότι ευρίσκεσθε εις πλάνην και μου αποδίδετε μομφήν ασυγχώρητον, ουδεμίαν έχουσαν βάσιν. Γνωρίζω άριστα τα εκ του Συντάγματος καθήκοντα μου, την έκτασίν των και τας εξ αυτών υποχρεώσεις μου. Η έκκλησίς σας προς εμέ δεν ανταπεκρίνετο εις ανάγκην τινά.
Πριν ή αναβώ εις τον Θρόνον ωρκίσθην εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος να προστατεύω την επικρατούσαν Θρησκείαν των Ελλήνων, να φυλάττω το Σύνταγμα και τους Νόμους του Ελληνικού Έθνους και να διατηρώ και υπερασπίζω την εθνικήν ανεξαρτησίαν και ακεραιότητα του Ελληνικού Κράτους. Ως εγγυητής συνεπώς της διαφυλάξεως του Συντάγματος και ειδικώτερον των θεμελιωδών αρχών της λαϊκής κυριαρχίας και των δημοκρατικών ελευθεριών του κατ' εξοχήν δημοκρατικού λαού ημών, είμαι υποχρεωμένος να ενδιαφέρομαι ιδιαιτέρως δια τας ενόπλους δυνάμεις, αίτινες ως λόγον υπάρξεως έχουν την προάσπισιν του Έθνους από εξωτερικούς ή εσωτερικούς κινδύνους.
Το ενδιαφέρον μου τούτο περιορίζεται εις την διατήρησιν των ενόπλων δυνάμεων αξιόμαχων, αποκλειστικώς ασχολουμένων με τα υπηρεσιακά καθήκοντα των και αδιακόπως αφοσιωμένων εις την επιτέλεσιν του υπέρτατου εθνικού των καθήκοντος, μακράν πάσης πολιτικής ή κομματικής διαμάχης ή πιέσεως. Δια την κατίσχυσιν της αρχής ότι αι ένοπλοι δυνάμεις ανήκουν μόνον εις το Έθνος, δεν αρκεί μόνο η διακήρυξις της αρχής, αλλά απαιτείται επιμελής και συνεχής εφαρμογή της. Εγώ, τεταγμένος υπεράνω της πολιτικής, οφείλω ανεπηρέαστος να επαγρυπνώ δια την πιστήν τήρησιν της αρχής και σας έχω είπει ότι διεπίστωσα σοβαρωτάτας παραβιάσεις αυτής.
Ποία μέσα διαθέτω δια την εκδήλωσιν του ενδιαφέροντος μου τούτου; Όσα από μακράν παράδοσιν έχουν διεθνώς καθιερωθή, ήτοι, να συμβουλεύω και εν ανάγκη να προειδοποιώ υμάς και τους υπουργούς μου, ενημερούμενος τακτικώς και συστηματικώς επί πάντων των σημαντικών θεμάτων κατά τα καθιερωμένα.
Αύτη είναι η ακριβής αντίληψις των υποχρεώσεων μου και ούτω και μόνον ήσκησα και θα εξακολουθώ να ασκώ τα καθήκοντα μου. Η αποφασιστικότης μου να μείνω στερρώς προσηλωμένος εις τον όρκον μου δεν πρόκειται εν ουδεμία περιπτώσει να καμφθή. Σας γνωρίζω δε και πάλιν ότι τελώ εν πλήρει αρμονία προς την πολιτικήν παράταξιν της Ενώσεως Κέντρου και δεν επιθυμώ να μεταβληθή τούτο.
Ακατανόητος δι' εμέ είναι η περικοπή της επιστολής κατά την οποίαν κατεβάλατε πάσαν προσπάθειαν και προέβητε και εις σημαντικός... συγκαταβάσεις, δυσάρεστους δια τον δημοκρατικόν κόσμον, δια να διατηρηθή αδιατάρακτος η συνεργασία σας μετ' εμού. Τι έννοιαν έχει η συγκατάβασις του Πρωθυπουργού προς τον Βασιλέα; Εκ του Συντάγματος έχετε την ευθύνην των πράξεων μου, ουδείς δε χώρος συγκαταβάσεως υπάρχει. Εν πάση περιπτώσει είμαι υποχρεωμένος να σημειώσω ότι απετέλεσεν ατύχημα η χρήσις του όρου, διότι ο Βασιλεύς ουδεμίαν απολύτως ποτέ ανάγκην συγκαταβάσεως έχει ούτε δύναται να επιτρέψη τόσον άτακτον και αντικανονικήν στάσιν απέναντι του.
Θα σας απαντήσω δι' ολίγων εις όσα αναφέρετε εις τας παραγράφους 3 και 4 της επιστολής σας. Δεν ήτο έργον του διενεργήσαντος την διοικητικήν εξέτασιν επί της υποθέσεως της συνωμοσίας, να εισηγηθή επί της ανάγκης εξακριβώσεως της αληθείας δια τακτικής ανακρίσεως. Εις το πόρισμα του, πάντως, ουδέν σχετικώς αναφέρεται. Όταν δια του πορίσματος της εξετάσεως του βεβαιοί ότι δεν κατώρθωσε να διαπίστωση ποίοι οι ιδρυταί, ποίος ο αρχηγός, ποία τα μέλη και ποίοι οι σκοποί της συνωμοσίας, θα ήτο ασύλληπτον να εισηγείτο τον τερματισμόν, ανακριτικώς, τόσον ανώριμου υποθέσεως. Παρ' όλον όμως, ότι διέφυγον της διοικητικής εξετάσεως τόσον βασικοί συντελεσταί, εν τούτοις, εις τρείς αξιωματικούς της Κ.Υ.Π. αποδίδεται ενοχή ηυξημένου βαθμού δια του πορίσματος. Ούτω, η απάντησίς σας δεν πείθει, εφ’ όσον μάλιστα επιθυμείτε να λησμονήτε ότι πολλά άλλα στοιχεία έχουν έλθει εις φώς περί της ενεργού αναμίξεως της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών εις την εξύφανσιν της επαναστατικής δικτατορικής συνωμοσίας, ήτις νυν τελεί υπό ανάκρισιν.
Της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών αποκλειστικόν έργον δέον να είναι η συγκέντρωσις πληροφοριών περί των εξωτερικών και εσωτερικών εχθρών της χώρας και η προστασία των ενόπλων δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας από πάσης επιβουλής. Και ουδεμία ετέρα δράσις είναι επιτρεπτή.
Δια της επιστολής μου, σας κατήγγειλα συγκεκριμένας πράξεις και σας εζήτησα να προβήτε εις ωρισμένας εκδηλώσεις, προθυμοποιηθείς μάλιστα, χάριν του δημοσίου συμφέροντος, να αντιπαρέλθω ωρισμένας χαρακτηριστικός σοβαρός ενεργείας σας εάν προεβαίνατε εις αποκήρυξίν των. Ουδέν όμως απολύτως αναφέρετε εις την επιστολήν σας εν σχέσει προς την παράκλησίν μου. Συνεπώς, είμαι υποχρεωμένος, υπό το φως και των χθεσινών και σήμερον επαναλαμβανόμενων αναληθών σκόπιμων αιτιάσεων, ότι ηρνήθην να δεχθώ εσάς και την υπογραφήν Βασιλικού Διατάγματος, αλλά και εν όψει της εκ κύκλων προσκειμένων εις υμάς, διαδόσεως συνθημάτων περί επελθούσης ρήξεως εξ αιτίας των ανερείστων τούτων αιτιάσεων και της προσκλήσεως του λαού εις επαγρύπνησιν δια την περιφρούρηση; των δήθεν κινδυνευουσών ελευθεριών του, να σας δηλώσω δια μίαν εισέτι φοράν ότι αποδοκιμάζω τας ενεργείας σας και ότι επιθυμώ να σας καταστήσω σαφές ότι υπό τοιαύτην ατμόσφαιραν δεν τολμώ να αισιοδοξήσω ότι δύναται ν' αποβή εποικοδομητική η επικείμενη συνεργασία μας.
Αρνούμαι, και εν τούτω προασπίζω την συνταγματικήν θέσιν και το κύρος μου ενώπιον αδόκητων πιέσεων, να δεχθώ να ασκήσω τα καθήκοντα μου υπό απειλήν και υπό το κράτος εντυπώσεων εξ ενεργειών μη συναδουσών προς την ομαλότητα της λειτουργίας του πολιτεύματος. Εάν υφίσταται σήμερον πρόβλημα, τούτο συνίσταται εις κρίσιν εμπιστοσύνης, την οποίαν προεκάλεσαν αι ενέργειαί σας απροκαλύπτως σχεδιασμέναι και εσκεμμέναι δια να περιορίσουν την απρόσκοπτον άσκησιν των συνταγματικών μου καθηκόντων.
Ουδείς όμως θα δυνηθή να επιτυχή τοιούτον τι, διότι στηρίζομαι εις την ακατάλυτον δύναμιν η οποία είναι η αγάπη του λαού.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Επιστολή Βασιλέως Κωνσταντίνου προς Γεώργιο Παπανδρέου, 14ης Ιουλίου 1965
Εν Κερκύρα τη 14η Ιουλίου 1965
Κύριε Πρωθυπουργέ,
Ήκουσα μετά μεγίστης προσοχής τα όσα μου διεμηνύσατε δια του Αρχηγού του Γραφείου μου εν σχέσει προς το Υπουργείον Εθνικής Αμύνης. Έχων πλήρη συνείδησιν της κρισιμότητος της πολιτικής καταστάσεως, εμελέτησα άπαντα τα στοιχεία τα οποία συνθέτουν την εικόνα αυτής, και απέδωσα όλως ιδιαιτέραν σημασίαν εις την εισήγησίν σας, καθ' όσον υμείς, κατά το Σύνταγμα, είσθε ο υπεύθυνος σύμβουλος μου. Σας παρακαλώ να ακούσητε και τας ιδικάς μου συμβουλάς, τας οποίας, υπό μορφήν εκκλήσεως, απευθύνω προς υμάς.
Μήν επιμείνητε να αναλάβητε υμείς κατά την παρούσαν ώρα το Υπουργείον Εθνικής Αμύνης. Τοιαύτη πράξις, δι’ ους λόγους σας έχω ήδη επισημάνει εν τη από 8ης Ιουλίου επιστολή μου και σας εξήγησα κατά την τελευταίαν συνεργασίαν μας, θα αποτελέση βαρύτατον πλήγμα κατά του προσωπικού σας γοήτρου, κατά του κόμματος του οποίου ηγείσθε και κατά των αρχών της αρετής και της ευθιξίας, αι οποία κρατούν και πρέπει να εξακολουθήσουν να διέπουν τον πολιτικόν μας βίον. Η συμβουλή μου, είμαι δε υποχρεωμένος να συμβουλεύω του Υπουργούς μου, ουδέν απολύτως άλλο κίνητρον έχει, πλήν της μερίμνης δια την άμεμπτον εκ μέρους υμών διαχείρισιν της ανατεθειμένης εις υμάς εξουσίας.
Εφ’ όσον έχετε την διακριτικήν ευχέρειαν να αναθέσετε το υπουργείον τούτο εις ένα εκ των συνεργατών σας, δεν δύναμαι να εννοήσω δια ποίον λόγον μετά τοσαύτης επιμονής διεκδικείτε να επωμισθήτε βάρος το οποίον κινδυνεύει να αποβή αβάστακτον. Δι’ εμέ, όταν πρόκειται περί ζητήματος αρχής, είναι αδύνατον να ακολουθήσω διάφορον της υπό της αρχής επιβαλλομένης συμπεριφοράς. Και το καθήκον επιβάλλει να υπογράψω το σχέδιον Βασιλικού Διατάγματος, το οποίον, ως σας είπον εις την προηγουμένην επιστολήν μου, δεν έπρεπε ποτέ να μου είχατε αποστείλει καθ' ον τρόπον το επράξατε.
Επιθυμώ να γνωρίζετε, ότι, καθ' όσον αφορά την αποχώρησιν εκ του υπουργείου του κ. Π. Γαρουφαλιά ευρίσκομαι, όπως άλλωστε δεν έπαυσα ποτέ να είμαι, εις την διάθεσίν σας δια την έκδοσιν του Βασιλικού Διατάγματος.
Λόγω δε των δυσχερών ωρών τας οποίας διέρχεται εκ της εκκρεμότητος του Κυπριακού η Πατρίς μας, και της εκ τούτου ευρύτατης αναπτύξεως των ενόπλων δυνάμεων, θεωρώ αναγκαίον η αποχώρησις του νυν υπουργού Εθνικής Αμύνης να συνοδευθή από ταυτόχρονον διορισμόν και ορκωμοσίαν υπουργού επιλεγομένου εν συνεργασία ημών, εις πρώτην ευκαιρίαν, εκ των προσωπικοτήτων της κοινοβουλευτικής σας ομάδος, των εχόντων να επιδείξουν άριστον ήθος, λευκόν παρελθόν, ακεραιότητα χαράκτηρος, συνείδησιν της εθνικής αποστολής των ενόπλων δυνάμεων, πίστιν εις τας ηθικάς αρχάς και την δύναμιν και το θάρρος να τους εφαρμόσουν.
Είμαι βέβαιος, ότι εις την κοινοβουλευτικήν ομάδα της Ενώσεως Κέντρου, θα ανευρεθή κατάλληλος υπουργός Εθνικής Αμύνης, ο οποίος να αντεπεξέλθη εις τας μεγάλας απαιτήσεις του τομέως τούτου και την ανάγκην να διαφύλαξη από πάσης πλευράς ή επεμβάσεως την δικαστικήν ανάκρισιν εις την υπόθεσιν της συνωμοσίας εν τω στρατεύματι. Δυστυχώς διαφέρουν ριζικώς αι αντιλήψεις ημών επί τούτου, διότι εσείς θεωρείτε ανύπαρκτον την συνωμοσίαν και μόνον πολιτικήν σκευωρίαν υπάρχουσαν, ενώ εγώ, στηριζόμενος εις το πόρισμα της διοικητικής εξετάσεως, είμαι υποχρεωμένος να θεωρώ υπαρκτήν και επικίνδυνον την ελεεινήν αυτήν υπόθεσιν.
Κατάπληκτος, επληροφορήθην την ανακληθείσαν εκ των υστέρων πρότασίν σας περί αναθέσεως του υφυπουργείου Εθνικής Αμύνης εις τον αντιστράτηγον ε.α. κ. Δ. Παπανικολόπουλον.
Εαν επιμένω εις τας σκέψεις αυτάς, δια να σας αποτρέψω, εσείς, ο οποίος επανειλημμένως έχετε εξάρει την εις το καθήκον πίστιν και αφοσίωσίν μου, θα πρέπει να αντιληφθήτε ότι πράττω τούτο, επειδή αγωνίζομαι να υπηρετήσω κατά τον ορθότερον και προσφορώτερον τρόπον την Πατρίδα μας.
Την έκκλησίν μου σας απευθύνω την στιγμήν κατά την οποίαν εδημιουργήσατε άνευ λόγου και καλλιεργείτε, ως να υφίστατο αιτία τις, αντιδικίαν προς εμέ, δια την εξυπηρέτησιν σκοπών τελείως αντιθέτων προς την εύρυθμον και συνταγματικήν λειτουργίαν του Πολιτεύματος.
Ευρεθείς προ ωργανωμένης εκστρατείας ψεύδους και εξαπατήσεως των πολιτών, σας προειδοποίησα εντός των τελευταίων ημερών δύο φοράς εγγράφως και μίαν προφορικώς, υπομνήσας τας βαρείας ευθύνας σας και εζήτησα να πράξετε το καθήκον σας και να διαλύσετε τα σκοτεινά νέφη τα οποία αφήκατε να δημιουργηθούν, πυκνώσαντες μάλιστα ταύτα δι' επισήμων και ημιεπισήμων εκδηλώσεων. Είναι αληθές, ότι κατά την τελευταίαν συνεργασίαν μας μου υποσχέθητε ότι θα πράξητε ό,τι δει. Εν συνεχεία ωμιλήσατε περί της πίστεως και της αταλάντευτου γραμμής μου, κατά τοιούτον τρόπον όμως, ώστε να καθίσταται φανερόν ότι εγώ σας παρεκάλεσα να με αποκαταστήσετε και χωρίς ανάληψιν κυβερνητικής ευθύνης περί των πεποιθήσεων μου τας οποίας περιεγράψατε σκοπίμως αρνητικώς, ως ουχί αναχρονιστικός. Αλλ' ως να μη ήρκει τούτο προσεθέσατε τα περί πικρίας μου «διότι μερίς του Τύπου» μου απέδωσε αφ' ενός μεν αναίσχυντον κατηγορίαν περί δήθεν αντισυνταγματικών προθέσεων και αφ' ετέρου με ενεφάνισε ως τελούντα υπό πίεσιν, εν τη ασκήσει των καθηκόντων μου. Σας ευχαριστώ, πλήν ως γνωρίζετε, δεν σας εζήτησα να δώσετε δημοσιότητα, αλλά ανταποκρινόμενος εις την συνταγματικήν σας υποχρέωσιν, να αναλάβετε την ευθύνην της, μετά θάρρους και ευθύτητος, διαψεύσεως των όσων μου απεδόθησαν και της άρσεως και απαγορεύσεως των πιέσεων.
Το πατριωτικόν μου καθήκον μου επιβάλλει δια μίαν εισέτι φοράν να αφήσω κατά μέρος την σκόπιμον απροθυμίαν σας τηρήσεως των συνταγματικών σας υποχρεώσεων απέναντι μου. Αλλά όταν πράττω τούτο, έχω την αξίωσιν να το εκτιμήσητε και να αντιληφθήτε ότι επέστη η στιγμή να ακούσετε την συμβουλήν μου, ανεπηρέαστον από οιονδήποτε υπολογισμόν.
Όταν ωμολογήσατε ότι μου απεστείλατε το σχέδιον Βασιλικού Διατάγματος το οποίον ήδη μου ζητείτε να υπογράψω, δια να δημιουργήσετε εύσχημον πρόφασιν παραιτήσεως της Κυβερνήσεως σας δι' επιρρίψεως εις εμέ του βάρους οξείας κρίσεως, είναι προτιμότερον να εισακούσετε την γνώμην μου και να δεχθήτε την έκκλησιν την οποίαν σας απευθύνω. Δεν πρόκειται να ωφεληθείτε εκ της τεχνητής και δια τελείως σαθρών μέσων δημιουργίας κλίματος στρεφομένου κατ' εμού παρά τη κοινή γνώμη. Η αλήθεια ενίκησε πάντοτε.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Μήν επιμείνητε να αναλάβητε υμείς κατά την παρούσαν ώρα το Υπουργείον Εθνικής Αμύνης. Τοιαύτη πράξις, δι’ ους λόγους σας έχω ήδη επισημάνει εν τη από 8ης Ιουλίου επιστολή μου και σας εξήγησα κατά την τελευταίαν συνεργασίαν μας, θα αποτελέση βαρύτατον πλήγμα κατά του προσωπικού σας γοήτρου, κατά του κόμματος του οποίου ηγείσθε και κατά των αρχών της αρετής και της ευθιξίας, αι οποία κρατούν και πρέπει να εξακολουθήσουν να διέπουν τον πολιτικόν μας βίον. Η συμβουλή μου, είμαι δε υποχρεωμένος να συμβουλεύω του Υπουργούς μου, ουδέν απολύτως άλλο κίνητρον έχει, πλήν της μερίμνης δια την άμεμπτον εκ μέρους υμών διαχείρισιν της ανατεθειμένης εις υμάς εξουσίας.
Εφ’ όσον έχετε την διακριτικήν ευχέρειαν να αναθέσετε το υπουργείον τούτο εις ένα εκ των συνεργατών σας, δεν δύναμαι να εννοήσω δια ποίον λόγον μετά τοσαύτης επιμονής διεκδικείτε να επωμισθήτε βάρος το οποίον κινδυνεύει να αποβή αβάστακτον. Δι’ εμέ, όταν πρόκειται περί ζητήματος αρχής, είναι αδύνατον να ακολουθήσω διάφορον της υπό της αρχής επιβαλλομένης συμπεριφοράς. Και το καθήκον επιβάλλει να υπογράψω το σχέδιον Βασιλικού Διατάγματος, το οποίον, ως σας είπον εις την προηγουμένην επιστολήν μου, δεν έπρεπε ποτέ να μου είχατε αποστείλει καθ' ον τρόπον το επράξατε.
Επιθυμώ να γνωρίζετε, ότι, καθ' όσον αφορά την αποχώρησιν εκ του υπουργείου του κ. Π. Γαρουφαλιά ευρίσκομαι, όπως άλλωστε δεν έπαυσα ποτέ να είμαι, εις την διάθεσίν σας δια την έκδοσιν του Βασιλικού Διατάγματος.
Λόγω δε των δυσχερών ωρών τας οποίας διέρχεται εκ της εκκρεμότητος του Κυπριακού η Πατρίς μας, και της εκ τούτου ευρύτατης αναπτύξεως των ενόπλων δυνάμεων, θεωρώ αναγκαίον η αποχώρησις του νυν υπουργού Εθνικής Αμύνης να συνοδευθή από ταυτόχρονον διορισμόν και ορκωμοσίαν υπουργού επιλεγομένου εν συνεργασία ημών, εις πρώτην ευκαιρίαν, εκ των προσωπικοτήτων της κοινοβουλευτικής σας ομάδος, των εχόντων να επιδείξουν άριστον ήθος, λευκόν παρελθόν, ακεραιότητα χαράκτηρος, συνείδησιν της εθνικής αποστολής των ενόπλων δυνάμεων, πίστιν εις τας ηθικάς αρχάς και την δύναμιν και το θάρρος να τους εφαρμόσουν.
Είμαι βέβαιος, ότι εις την κοινοβουλευτικήν ομάδα της Ενώσεως Κέντρου, θα ανευρεθή κατάλληλος υπουργός Εθνικής Αμύνης, ο οποίος να αντεπεξέλθη εις τας μεγάλας απαιτήσεις του τομέως τούτου και την ανάγκην να διαφύλαξη από πάσης πλευράς ή επεμβάσεως την δικαστικήν ανάκρισιν εις την υπόθεσιν της συνωμοσίας εν τω στρατεύματι. Δυστυχώς διαφέρουν ριζικώς αι αντιλήψεις ημών επί τούτου, διότι εσείς θεωρείτε ανύπαρκτον την συνωμοσίαν και μόνον πολιτικήν σκευωρίαν υπάρχουσαν, ενώ εγώ, στηριζόμενος εις το πόρισμα της διοικητικής εξετάσεως, είμαι υποχρεωμένος να θεωρώ υπαρκτήν και επικίνδυνον την ελεεινήν αυτήν υπόθεσιν.
Κατάπληκτος, επληροφορήθην την ανακληθείσαν εκ των υστέρων πρότασίν σας περί αναθέσεως του υφυπουργείου Εθνικής Αμύνης εις τον αντιστράτηγον ε.α. κ. Δ. Παπανικολόπουλον.
Εαν επιμένω εις τας σκέψεις αυτάς, δια να σας αποτρέψω, εσείς, ο οποίος επανειλημμένως έχετε εξάρει την εις το καθήκον πίστιν και αφοσίωσίν μου, θα πρέπει να αντιληφθήτε ότι πράττω τούτο, επειδή αγωνίζομαι να υπηρετήσω κατά τον ορθότερον και προσφορώτερον τρόπον την Πατρίδα μας.
Την έκκλησίν μου σας απευθύνω την στιγμήν κατά την οποίαν εδημιουργήσατε άνευ λόγου και καλλιεργείτε, ως να υφίστατο αιτία τις, αντιδικίαν προς εμέ, δια την εξυπηρέτησιν σκοπών τελείως αντιθέτων προς την εύρυθμον και συνταγματικήν λειτουργίαν του Πολιτεύματος.
Ευρεθείς προ ωργανωμένης εκστρατείας ψεύδους και εξαπατήσεως των πολιτών, σας προειδοποίησα εντός των τελευταίων ημερών δύο φοράς εγγράφως και μίαν προφορικώς, υπομνήσας τας βαρείας ευθύνας σας και εζήτησα να πράξετε το καθήκον σας και να διαλύσετε τα σκοτεινά νέφη τα οποία αφήκατε να δημιουργηθούν, πυκνώσαντες μάλιστα ταύτα δι' επισήμων και ημιεπισήμων εκδηλώσεων. Είναι αληθές, ότι κατά την τελευταίαν συνεργασίαν μας μου υποσχέθητε ότι θα πράξητε ό,τι δει. Εν συνεχεία ωμιλήσατε περί της πίστεως και της αταλάντευτου γραμμής μου, κατά τοιούτον τρόπον όμως, ώστε να καθίσταται φανερόν ότι εγώ σας παρεκάλεσα να με αποκαταστήσετε και χωρίς ανάληψιν κυβερνητικής ευθύνης περί των πεποιθήσεων μου τας οποίας περιεγράψατε σκοπίμως αρνητικώς, ως ουχί αναχρονιστικός. Αλλ' ως να μη ήρκει τούτο προσεθέσατε τα περί πικρίας μου «διότι μερίς του Τύπου» μου απέδωσε αφ' ενός μεν αναίσχυντον κατηγορίαν περί δήθεν αντισυνταγματικών προθέσεων και αφ' ετέρου με ενεφάνισε ως τελούντα υπό πίεσιν, εν τη ασκήσει των καθηκόντων μου. Σας ευχαριστώ, πλήν ως γνωρίζετε, δεν σας εζήτησα να δώσετε δημοσιότητα, αλλά ανταποκρινόμενος εις την συνταγματικήν σας υποχρέωσιν, να αναλάβετε την ευθύνην της, μετά θάρρους και ευθύτητος, διαψεύσεως των όσων μου απεδόθησαν και της άρσεως και απαγορεύσεως των πιέσεων.
Το πατριωτικόν μου καθήκον μου επιβάλλει δια μίαν εισέτι φοράν να αφήσω κατά μέρος την σκόπιμον απροθυμίαν σας τηρήσεως των συνταγματικών σας υποχρεώσεων απέναντι μου. Αλλά όταν πράττω τούτο, έχω την αξίωσιν να το εκτιμήσητε και να αντιληφθήτε ότι επέστη η στιγμή να ακούσετε την συμβουλήν μου, ανεπηρέαστον από οιονδήποτε υπολογισμόν.
Όταν ωμολογήσατε ότι μου απεστείλατε το σχέδιον Βασιλικού Διατάγματος το οποίον ήδη μου ζητείτε να υπογράψω, δια να δημιουργήσετε εύσχημον πρόφασιν παραιτήσεως της Κυβερνήσεως σας δι' επιρρίψεως εις εμέ του βάρους οξείας κρίσεως, είναι προτιμότερον να εισακούσετε την γνώμην μου και να δεχθήτε την έκκλησιν την οποίαν σας απευθύνω. Δεν πρόκειται να ωφεληθείτε εκ της τεχνητής και δια τελείως σαθρών μέσων δημιουργίας κλίματος στρεφομένου κατ' εμού παρά τη κοινή γνώμη. Η αλήθεια ενίκησε πάντοτε.
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Επιστολή Γεωργίου Παπανδρέου προς τον Βασιλιά Κωνσταντίνο, 15ης Ιουλίου 1965
Εν Αθήναις τη 15η Ιουλίου 1965
Μεγαλειότατε,
Έλαβον χθες την τρίτην επιστολήν Υμών. Επί των άλλων σημείων θα δώσω προφορικώς απάντησιν κατά την αποψινήν μας συνεργασίαν. Αλλά επί του καιρίου σημείου θεωρώ επιβεβλημένον να προσδιορίσω και εγγράφως τας απόψεις μου. Πρόκειται περί της αναλήψεως υπ' εμού του Υπουργείου της Εθνικής Αμύνης.
Η αρχική μου σκέψις προς ανάληψιν του Υπουργείου Εθνικής Αμύνης προέκυψεν από την επιθυμίαν όπως διευκολύνω την παραίτησιν του κ. Γαρουφαλιά, ο οποίος θα εθίγετο ολιγώτερον εφ' όσον το Υποργείον θα ανελάμβανεν αυτοπροσώπως ο Πρωθυπουργός. Αφ' ής όμως εγνώσθη αυτή η πρόθεσίς μου ο Τύπος της Δεξιάς ήρχισεν την επίθεσιν με τον ισχυρισμόν, ότι σκοπός μου ήτο ο επηρεασμός των διεξαγόμενων ανακρίσεων και η συγκάλυψις των ενόχων. Την ύβριν αυτήν υιοθέτησεν εις τας δηλώσεις του και ο Υπουργός Εθνικής Αμύνης, με την προσθήκην, ότι αποτελώ επί πλέον και εθνικόν κίνδυνον. Πέραν όμως αυτών, και απείρως σημαντικώτερον, ήλθε να προστεθή το γεγονός, ότι απέστειλα προς την Υμετέραν Μεγαλειότητα το Διάταγμα της απολύσεως του κ. Γαρουφαλιά και της αναλήψεως του Υπουργείου υπ' εμού, και το Διάταγμα δεν υπεγράφη. Και ο λόγος της μη υπογραφής εμφανίζεται ο ίδιος. Τον προσδιορίζετε αναλυτικώτερον εις την χθεσινήν επιστολήν. Μου γράφετε: «Μήν επιμένετε να αναλάβητε υμείς κατά την παρούσαν ώραν το Υπουργείον της Εθνικής Αμύνης. Τοιαύτη πράξις, δι' ούς λόγους σας έχω ήδη επισημάνει εν τη από 8 Ιουλίου επιστολή μου και σας εξήγησα κατά την τελευταίαν συνεργασίαν μας, θα αποτελέση «βαρύτατον πλήγμα κατά του προσωπικού σας γοήτρου, κατά του κόμματος, του οποίου ηγείσθε, κατά των αρχών της αρετής και της ευθιξίας, αι οποίαι κρατούν και πρέπει να εξακολουθήσουν να διέπουν τον πολιτικόν μας βίον». Καθιερούται τοιουτοτρόπως η αρχή, ότι δύναμαι να είμαι Πρωθυπουργός, αλλά και όχι και Υπουργός ωρισμένου Υπουργείου. Θα είμαι επομένως Πρωθυπουργός υπό απαγόρευσιν. Αλλά εαν δεν εμπνέω εμπιστοσύνην, θα πρέπει να παύσω να είμαι Πρωθυπουργός. Είναι όμως αδιανόητον ότι θα δύναμαι να παραμείνω Πρωθυπουργός, αλλά όχι και Υπουργός Εθνικής Αμύνης! Πολιτικός ανήρ, ο οποίος θα εδέχετο τοιούτον εξευτελισμόν, θα καθίστατο άξιος περιφρονήσεως υπό του λαού. Και θα παρέμενεν μοναδικόν παράδειγμα αφιλοτιμίας εις την πολιτικήν ιστορίαν της χώρας.
Έχει διατυπωθή ο υπαινιγμός ότι τάχα, η εμμονή μου εις την ανάληψιν του Υπουργείου της Εθνικής Αμύνης αποσκοπεί εις την συγκάλυψιν των ενόχων κατά τας διεξαγόμενος ανακρίσεις. Αλλά ο υπαινιγμός είναι και άθλιος και ασύστατος. Διατί, πρός αυτόν τον σκοπόν, θα ήτο απαραίτητον να αναλάβω αυτοπροσώπως το Υπουργείον και διατί ο σκοπός, εάν επρόκειτο να υπάρχη, δεν θα ηδύνατο να επιτευχθή καθ' όμοιον ή και κατά μείζονα λόγον από τον φίλον Υπουργόν της εμπιστοσύνης μου, ο οποίος θα ανελάμβανε το Υπουργείον; Και δεν αποδεικνύει ασφαλώς το αντίθετον το γεγονός, ότι εμμένων εις την άποψίν μου οδηγώ ενδεχομένως εις κυβερνητικήν κρίσιν, αποτέλεσμα της οποίας θα είναι, ότι ούτε εγώ θα είμαι Πρωθυπουργός, ούτε φίλος μου εις το Υπουργείον Εθνικής Αμύνης αλλά εχθρός μου;
Ιδού η πλήρης απόδειξις, ότι άλλος είναι ο λόγος της εμμονής μου. Είναι η υπεράσπισις της προσωπικής μου τιμής και της τιμής της Δημοκρατίας. Δύναμαι να παύσω να είμαι Πρωθυπουργός. Δεν αποτελεί τούτο ούτε πολιτικήν, ούτε ηθικήν μείωσιν. Αλλά δεν δέχομαι να είμαι εξευτελισμένος Πρωθυπουργός. Και δεν στέργω εις την παραβίασιν των αρχών της Βασιλευομένης Δημοκρατίας. Εις τοιαύτην περίπτωσιν θα καθιστάμην ανάξιος της εμπιστοσύνης της μεγάλης πλειοψηφίας του Λαού μας, η οποία με κατέστησεν Ηγέτην της και Κυβερνήτην της Χώρας. Αυτήν την αναξιότητα δεν επιτρέπω εις τον εαυτόν μου. Τα αξιώματα μου είναι αδιάφορα. Αλλά μ' ενδιαφέρει η προσωπική μου τιμή και η τιμή της Δημοκρατίας. Και αυτός είναι ο λόγος, Μεγαλειότατε, δια τον οποίον δεν δύναμαι ν' ανταποκριθώ εις την έκκλησίν Σας και εμμένω εις τας αποφάσεις μου.
Η Χώρα έχει ανάγκην ομαλότητος. Και έπραξα το πάν, καθώς αποδεικνύει και η πρόσφατος ψήφισις της παραγραφής, προς παγίωσιν ομαλού πολιτικού βίου. Αλλά η ομαλότης δεν δύναται να στηριχθή ούτε επί της ηθικής μειώσεως του Πρωθυπουργού, ούτε επί παραβιάσεως των αρχών της Βασιλευομένης Δημοκρατίας.
Δια τούτο, με την σειράν μου, εν ονόματι του Έθνους και του Θρόνου, απευθύνω και εγώ προς Υμάς Μεγαλειότατε, έκκλησιν, όπως μη επιμείνητε εις την άρνησιν, αλλά ανταποκριθήτε εις το αίτημα του νομίμου Κυβερνήτου της Χώρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου